Τα χρόνια περνάνε, οι εποχές αλλάζουν, αλλά κάποιες μνήμες παραμένουν ανεξίτηλες στο μυαλό σου:
Η λαχτάρα να βουτήξεις το Κατερινάκι από το Α2 αμέσως αφότου η μπουκάλα σου είχε κάνει το χατίρι και σας είχε φέρει αντιμέτωπους στο πάρτι για τα 9αγενέθλιά σου.
Το κοκτέιλ αμηχανίας και ντροπής, όταν η γιαγιά σου διέκοψε το διπλό στην αλάνα για να σου φέρει παγωτό-πατούσα.
Η πρώτη φορά που μπήκες στο γήπεδο και έκανες 67 δευτερόλεπτα να μιλήσεις από το δέος, το χάζεμα στις εξέδρες και τη μυρωδιά από το χορτάρι (του αγωνιστικού χώρου).
Μαζί με όλα αυτά όμως, βαθιά στο χρονοντούλαπο των παιδικών σου αναμνήσεων είναι καταχωνιασμένοι και οι τσακωμοί με τα άλλα αγόρια.
Οι μάχες με τους συμμαθητές στην αυλή του γυμνασίου. Αυτή η ακατανίκητη τάση όλων των αρσενικών να λογοφέρουν -γιατί όχι και να πλακωθούν.
Και φυσικά οι αξέχαστες ατάκες που στόχο είχαν (αν όχι τον καυγά τουλάχιστον) το να πικάρουν και να διαολίσουν τον απέναντι τσόγλανο.
Όπως οι εξής:
«Προσβόλααααα»
Ύπουλη και υποχθόνια φανφάρα. Θεωρητικά ήταν διαπίστωση ότι κάποιος «την είπε» σε κάποιον άλλον, ωστόσο η πραγματική του σκοπιμότητα ήταν άλλη: Να κουρδίσει τον δεύτερο τόσο πολύ, ώστε να θιχτεί, ν’ απαντήσει και να αρπαχτούν! Όσο πιο έντονη η κραυγή και όσο περισσότερα τα άλφα στο τέλος, τόσο περισσότερο τσιτωνόταν ο θιγόμενος και αυξάνονταν οι πιθανότητες καυγά. Γνήσια ανόθευτη ρουφιανιά που στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ακολουθούνταν από το ενθουσιώδες ομαδικό «ξύλο-ξύλο-ξύλο».
«Στον δικό μου δεν χωράει, στον δικό σου κολυμπάει»
Για μια ποικιλία λόγων η κουβέντα μεταξύ δυο αγοριών κατέληγε συχνότατα στην έκφραση «στον κώλο σου». Έψαχνες κάτι και ρωτούσες πού είναι; «Στον κώλο σου». Εκδήλωνες την αδιαφορία σου με το κλασικό «στ’ αρχ…α μου»; Απαντούσε ο άλλος «στον κώλο σου». Αφού φτάναμε λοιπόν εκεί, ξεκινούσε το πινγκ-πονγκ της ατάκας περί βάθους. Του ανταγωνισμού για το ποιανού η… χωρητικότητα είναι μεγαλύτερη. Και των εναλλακτικών ατακών «στον δικό μου κάνει τούμπα, στον δικό σου κωλοτούμπα», «στον δικό μου κάνει κρος-στον δικό σου μοτο-κρος».
«Κωλώνεις»
Μια λέξη, πολλαπλές ερμηνείες. Η αυτόματη (σχεδόν πριν τελειώσει τη φράση του ο άλλος) αντίδραση «κωλώνεις» δεν ήταν μονάχα τρόπος να τον προκαλέσεις. Να τον πικάρεις. Να διαπιστώσεις αν όντως εννοεί αυτό που είπε. Ήταν και για να τον εκνευρίσεις. Να υπονοήσεις ευθέως ότι είναι κότα. Αλλά και αντιστρόφως! Σε κάποιες περιπτώσεις ήταν τρόπος έκφρασης θαυμασμού. Ότι αυτό που πέταξε ο άλλος παραήταν τολμηρό. Οπότε ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να τον ιντριγκάρεις για να το κάνει και μετά εσύ να ξεκαρδιστείς όταν θα υπόκειτο τις συνέπειες.
«Α, χα, καλό, ε»;
Μακράν ό,τι πιο εκνευριστικό έχει επινοηθεί. Το χειρότερο είδος αστείου στην ιστορία των χειρότερων ειδών αστείου. Ήθελες-δεν ήθελες όμως, έπρεπε να το υπομείνεις. Ειδικά στην (πένθιμη για το χιούμορ) περίοδο άνθισης εκπομπών όπως το «Κατά Μάρκον Ευαγέλιον», η ατάκα Σεφερλή ως γύφτου βομβάρδιζε τ’ αυτιά σου. Συνοδευόμενη από την -εξίσου εκνευριστική- κίνηση των δαχτύλων τριβέλιζε τα παιδικά σου νεύρα. Και επαναλαμβανόμενη μετά από ΚΑΘΕ ατάκα του άλλου, ήταν λόγος για να του αστράψεις φαπίδι και να χαμοκυλιστείτε στο προαύλιο.
«Ποιος; Αυτός, 1-0»
Ίσως το πιο ανθεκτικό απ’ όλα. Πιθανότατα το μοναδικό που άντεξε μέχρι και σήμερα. Όχι μόνο από πιτσιρίκια, αλλά κι από μεγάλους. Εντάξει, ας το παραδεχτούμε: Το λέμε ακόμα κι εμείς! Γιατί οκ, δεν φέρνουμε έτσι τη συζήτηση ώστε να καταλήξει ντε και καλά εκεί (όπως κάναμε τότε). Δεν προσπαθούμε με κάθε τρόπο να προκαλέσουμε τον άλλον να ρωτήσει «ποιος» (όπως επίσης κάναμε τότε). Παραμένει όμως ακόμα μεγάλος ο πειρασμός -όταν το ξεστομίσει κάποιος από τους κολλητούς- να… ανοίξεις το σκορ με ενθουσιώδη επίδειξη παργαλάτσου.
Η λαχτάρα να βουτήξεις το Κατερινάκι από το Α2 αμέσως αφότου η μπουκάλα σου είχε κάνει το χατίρι και σας είχε φέρει αντιμέτωπους στο πάρτι για τα 9αγενέθλιά σου.
Το κοκτέιλ αμηχανίας και ντροπής, όταν η γιαγιά σου διέκοψε το διπλό στην αλάνα για να σου φέρει παγωτό-πατούσα.
Η πρώτη φορά που μπήκες στο γήπεδο και έκανες 67 δευτερόλεπτα να μιλήσεις από το δέος, το χάζεμα στις εξέδρες και τη μυρωδιά από το χορτάρι (του αγωνιστικού χώρου).
Μαζί με όλα αυτά όμως, βαθιά στο χρονοντούλαπο των παιδικών σου αναμνήσεων είναι καταχωνιασμένοι και οι τσακωμοί με τα άλλα αγόρια.
Οι μάχες με τους συμμαθητές στην αυλή του γυμνασίου. Αυτή η ακατανίκητη τάση όλων των αρσενικών να λογοφέρουν -γιατί όχι και να πλακωθούν.
Και φυσικά οι αξέχαστες ατάκες που στόχο είχαν (αν όχι τον καυγά τουλάχιστον) το να πικάρουν και να διαολίσουν τον απέναντι τσόγλανο.
Όπως οι εξής:
«Προσβόλααααα»
Ύπουλη και υποχθόνια φανφάρα. Θεωρητικά ήταν διαπίστωση ότι κάποιος «την είπε» σε κάποιον άλλον, ωστόσο η πραγματική του σκοπιμότητα ήταν άλλη: Να κουρδίσει τον δεύτερο τόσο πολύ, ώστε να θιχτεί, ν’ απαντήσει και να αρπαχτούν! Όσο πιο έντονη η κραυγή και όσο περισσότερα τα άλφα στο τέλος, τόσο περισσότερο τσιτωνόταν ο θιγόμενος και αυξάνονταν οι πιθανότητες καυγά. Γνήσια ανόθευτη ρουφιανιά που στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ακολουθούνταν από το ενθουσιώδες ομαδικό «ξύλο-ξύλο-ξύλο».
«Στον δικό μου δεν χωράει, στον δικό σου κολυμπάει»
Για μια ποικιλία λόγων η κουβέντα μεταξύ δυο αγοριών κατέληγε συχνότατα στην έκφραση «στον κώλο σου». Έψαχνες κάτι και ρωτούσες πού είναι; «Στον κώλο σου». Εκδήλωνες την αδιαφορία σου με το κλασικό «στ’ αρχ…α μου»; Απαντούσε ο άλλος «στον κώλο σου». Αφού φτάναμε λοιπόν εκεί, ξεκινούσε το πινγκ-πονγκ της ατάκας περί βάθους. Του ανταγωνισμού για το ποιανού η… χωρητικότητα είναι μεγαλύτερη. Και των εναλλακτικών ατακών «στον δικό μου κάνει τούμπα, στον δικό σου κωλοτούμπα», «στον δικό μου κάνει κρος-στον δικό σου μοτο-κρος».
«Κωλώνεις»
Μια λέξη, πολλαπλές ερμηνείες. Η αυτόματη (σχεδόν πριν τελειώσει τη φράση του ο άλλος) αντίδραση «κωλώνεις» δεν ήταν μονάχα τρόπος να τον προκαλέσεις. Να τον πικάρεις. Να διαπιστώσεις αν όντως εννοεί αυτό που είπε. Ήταν και για να τον εκνευρίσεις. Να υπονοήσεις ευθέως ότι είναι κότα. Αλλά και αντιστρόφως! Σε κάποιες περιπτώσεις ήταν τρόπος έκφρασης θαυμασμού. Ότι αυτό που πέταξε ο άλλος παραήταν τολμηρό. Οπότε ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να τον ιντριγκάρεις για να το κάνει και μετά εσύ να ξεκαρδιστείς όταν θα υπόκειτο τις συνέπειες.
«Α, χα, καλό, ε»;
Μακράν ό,τι πιο εκνευριστικό έχει επινοηθεί. Το χειρότερο είδος αστείου στην ιστορία των χειρότερων ειδών αστείου. Ήθελες-δεν ήθελες όμως, έπρεπε να το υπομείνεις. Ειδικά στην (πένθιμη για το χιούμορ) περίοδο άνθισης εκπομπών όπως το «Κατά Μάρκον Ευαγέλιον», η ατάκα Σεφερλή ως γύφτου βομβάρδιζε τ’ αυτιά σου. Συνοδευόμενη από την -εξίσου εκνευριστική- κίνηση των δαχτύλων τριβέλιζε τα παιδικά σου νεύρα. Και επαναλαμβανόμενη μετά από ΚΑΘΕ ατάκα του άλλου, ήταν λόγος για να του αστράψεις φαπίδι και να χαμοκυλιστείτε στο προαύλιο.
«Ποιος; Αυτός, 1-0»
Ίσως το πιο ανθεκτικό απ’ όλα. Πιθανότατα το μοναδικό που άντεξε μέχρι και σήμερα. Όχι μόνο από πιτσιρίκια, αλλά κι από μεγάλους. Εντάξει, ας το παραδεχτούμε: Το λέμε ακόμα κι εμείς! Γιατί οκ, δεν φέρνουμε έτσι τη συζήτηση ώστε να καταλήξει ντε και καλά εκεί (όπως κάναμε τότε). Δεν προσπαθούμε με κάθε τρόπο να προκαλέσουμε τον άλλον να ρωτήσει «ποιος» (όπως επίσης κάναμε τότε). Παραμένει όμως ακόμα μεγάλος ο πειρασμός -όταν το ξεστομίσει κάποιος από τους κολλητούς- να… ανοίξεις το σκορ με ενθουσιώδη επίδειξη παργαλάτσου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το blog δεν φέρει ευθύνη για τα σχόλια που αναρτώνται στην ιστοσελίδα του. Ωστόσο, οφείλει να διαγράφει σχόλια που το περιεχόμενό τους είναι διαφημιστικό, προσβλητικό, υβριστικό, ρατσιστικό απειλητικό, χυδαίο, βίαιο ή υβριστικό προς άλλους σχολιαστές ή του διαχειρηστή του site.
Σας ευχαριστώ για την επίσκεψη...