Μια φορά ήταν ένας καουμπόη της άγριας δύσης και πάει σε ένα μπαρ και ζητάει από το μπάρμαν να του δώσει ένα δυνατό ποτό.
Του πάει ο μπάρμαν ουίσκι.
- Αυτό δεν είναι δυνατό, λέει ο καουμπόη. Αύριο που θα έρθω να έχεις κάτι δυνατό.
Ξαναπάει την επομένη στο μπαρ, και του βάζει ο μπάρμαν βότκα.
- Αυτό δεν είναι δυνατό, λέει ο καουμπόη. Αύριο που θα έρθω να έχεις κάτι δυνατό.
Την επόμενη, πάλι τα ίδια...
Απελπίστηκε ο μπάρμαν και την επόμενη φορά, αρπάζει ένα ποτήρι και το γεμίζει με χλωρίνη και ασβέστη!
Το σερβίρει στον καουμπόη.
- Ε, αυτό είναι καλούτσικο, λέει ο καουμπόη και φεύγει.
Την επομένη πάει ο καουμπόη στο μπαρ, πλησιάζει τον μπάρμαν και τον ρωτά:
- Ρε φίλε, τι είχες βάλει στο τελευταίο ποτό που μου έδωσες;
- Ασβέστη και χλωρίνη, λέει ο μπάρμαν.
- Α, για αυτό όταν έχ@@α έβγαζα αγαλματάκια, και όταν έ@@ανα έκαιγα το σώβρακό μου!
Του πάει ο μπάρμαν ουίσκι.
- Αυτό δεν είναι δυνατό, λέει ο καουμπόη. Αύριο που θα έρθω να έχεις κάτι δυνατό.
Ξαναπάει την επομένη στο μπαρ, και του βάζει ο μπάρμαν βότκα.
- Αυτό δεν είναι δυνατό, λέει ο καουμπόη. Αύριο που θα έρθω να έχεις κάτι δυνατό.
Την επόμενη, πάλι τα ίδια...
Απελπίστηκε ο μπάρμαν και την επόμενη φορά, αρπάζει ένα ποτήρι και το γεμίζει με χλωρίνη και ασβέστη!
Το σερβίρει στον καουμπόη.
- Ε, αυτό είναι καλούτσικο, λέει ο καουμπόη και φεύγει.
Την επομένη πάει ο καουμπόη στο μπαρ, πλησιάζει τον μπάρμαν και τον ρωτά:
- Ρε φίλε, τι είχες βάλει στο τελευταίο ποτό που μου έδωσες;
- Ασβέστη και χλωρίνη, λέει ο μπάρμαν.
- Α, για αυτό όταν έχ@@α έβγαζα αγαλματάκια, και όταν έ@@ανα έκαιγα το σώβρακό μου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου