Λίγη μπογιά πάνω σε ένα αδέσποτο δεν παύει να είναι μια καφρίλα. Αλλά βρίσκεται πολύ χαμηλά στη λίστα με τις βαρβαρότητες που επιφυλάσσουμε στον «καλύτερο φίλο του ανθρώπου».
Όταν ήμουν παιδί, μεταξύ άλλων, είχα κι έναν φίλο. Τον Γιάννη. Μια μέρα ο Γιάννης έκανε μια ανακάλυψη που αφορούσε τις αντοχές των αιλουροειδών. Κι επειδή λιοντάρια και τίγρεις σπανίζουν στην Ελλάδα, πειραματίστηκε με τις γάτες. «Κοίτα την, δεν παθαίνει τίποτα!», έλεγε κάθε φορά που πέταγε μία από αυτές στον απέναντι τοίχο. Συνήθως τα ζωντανά έβγαζαν μια κραυγή πόνου και τη στιγμή που προσγειώνονταν στα πόδια τους, εξαφανίζονταν από το πρόσωπο της γης.
Ενίοτε, κάποιο από αυτά δεν την έβγαζε καθαρή, αλλά στα παιδικά μάτια φάνταζε το ελαττωματικό το οποίο απλά επιβεβαίωνε τον κανόνα του Γιάννη πως δεν παθαίνουν τίποτα. Έτσι κι αλλιώς και όσα γλίτωναν από τα χέρια του, θα πέθαιναν πριν περάσει χρόνος είτε από φόλα είτε από τις ρόδες κάποιου αυτοκινήτου.
Όταν αργότερα μεγάλωσε ο Γιάννης, όπως και οι πιο πολλοί Ζακυνθινοί, απέκτησε αγάπη για το κυνήγι. Αυτή η δραστηριότητα τον ανάγκασε να αλλάξει πεδίο ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά την πανίδα του τόπου. Ξέχασε τα νιαουρίσματα κι ασχολήθηκε με σκυλιά, διαθέτοντας μια εντυπωσιακή συλλογή που περιελάμβανε πόιντερ, κούρτσχααρ κι ένα υπέροχο βίζλα ουγγαρέζικο. Με χαρτιά, πιστοποιητικά και ευγενές αίμα να κυλάει στις φλέβες τους. Τα είχε στα όπα όπα, όπως θεωρούσε πως άξιζε σε άξιους συνεργάτες. Όπως συνέβαινε όμως με τις γάτες, έτσι και μεταξύ των σκύλων πού και πού εμφανιζόταν ένα ελαττωματικό κομμάτι. Κάποιο που δεν φέρμαρε σιωπηλά γιατί δεν είχε μάθει να τιθασεύει τη χαρά του ή κάνα άλλο που το στόμα του δεν ήταν τόσο «μαλακό» όσο χρειαζόταν για να φέρει πίσω το σκοτωμένο πουλί ανέπαφο. Αποδείχτηκε πως ο Γιάννης επεφύλασσε σκληρές τιμωρίες στους «συνεργάτες» που δεν ήταν αρκετά… συνεργάσιμοι. Τα βουνά και τα λαγκάδια στη Λούχα, τον Κοιλιωμένο και το Κερί ξέρουν καλά και φιλοξενούν ακόμα μπόλικα κουφάρια ζώων που δεν επέτρεψαν σπίτι.
Τα παραπάνω περιστατικά δεν άλλαξαν ποτέ τη γνώμη της τοπικής κοινωνίας που θεωρούσε τον Γιάννη μια χαρά άνθρωπο. Κι εδώ που τα λέμε, κατά τα άλλα ήταν. Όσο κι αν οι καφρίλες του ήταν τόσο βάρβαρες που δεν μπαίνουν καν σε σύγκριση με τη βλακεία του οπαδού της ΑΕΚ που έβαψε την καημένη τη σκύλα στη Μεγαλόπολη, ποτέ δεν αντιμετώπισε ανάλογη κατακραυγή από το περιβάλλον του. Αν δεν υπήρχε το ίντερνετ με τα καλούδια του, πιθανότατα ούτε και ο τύπος στην Αρκαδία θα είχε τέτοιου είδους προβλήματα. Άλλωστε η επικρατούσα άποψη είναι πως βασικά τα ζώα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Στη μία ανήκουν όσα τα σκοτώνεις για να τα φας και στην άλλη όσα και να τα σκοτώσεις δεν τρέχει τίποτα.
Όσο κι αν κάποιοι θεωρούν πως η φιλοζωία είναι μια μόδα που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια και αφορά κατά βάση χορτάτες, καλοστεκούμενες κυρίες μιας κάποιας ηλικίας, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Για να φτάσουμε μέχρι εδώ μεσολάβησαν περίπου 30.000 χρόνια στα οποία οι χόμο σάπιενς μόνο καλοντυμένοι και καλοζωισμένοι δεν ήταν. Δίπλα τους βρέθηκε ο σκύλος. Αυτό το καταπληκτικό δώρο Θεού που κάποτε αποφάσισε να θυσιάσει λίγη από την ανεξαρτησία του προκειμένου να εξασφαλίσει τροφή, στέγη και παρέα.
Κι ενώ κάποιοι καθημερινά δίπλα μας βρίσκουν τρόπους να αποδείξουν πως έχασαν στάδια της εξελικτικής διαδικασίας και συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται, άλλοι πράττουν ακριβώς το αντίθετο. Κάπου στην Πειραιώς ένας άστεγος καθημερινά μαζεύει φραγκοδίφραγκα από τους οδηγούς που σταματούν στο συγκεκριμένο φανάρι. Ακριβώς σε εκείνο το σημείο έχει στήσει και την περιουσία που κουβαλά μαζί του. Ανάμεσα στις κούτες, κάτι παλιοκουβέρτες και διάφορα άλλα τέτοια, βλέπει κανείς και το πιο πολύτιμο asset του. Μια σκυλίτσα που μένει δεμένη μέσα στο καρότσι ενός σούπερ μάρκετ και τον περιμένει να επιστρέψει μόλις ανάψει το φανάρι. Εκείνος σκύβει, αφήνει τα λεπτά που κέρδισε από τη μεγαλοψυχία των συνανθρώπων του και τη φιλεύει με κάποιο δωράκι από αυτά που έχει δίπλα της. Παρατηρώντας καλύτερα θα δεις πως τα δικά του πράγματα μπροστά στα δικά της είναι ελάχιστα. Της έχει κονσέρβες, κροκέτες, ψωμιά, μέχρι και παιχνίδια. Ό,τι μπορεί… Εκείνη για αυτόν δεν κάνει τίποτα, σύμφωνα με τη σύγχρονη εκδοχή της προσφοράς ενός σκύλου. Δεν κυνηγάει ούτε τον φυλάει από αρπακτικά.
Απλά κουνά με ευγνωμοσύνη την ουρά της κάθε φορά που τον βλέπει να πλησιάζει. Όλη την ημέρα εκεί μοιράζονται τις αδέσποτες ζωές τους και το βράδυ κάνουν το ίδιο με τα… «λάφυρα» που εξασφάλισε ο αρχηγός της μικρής παράξενης αγέλης που έχουν δημιουργήσει. Η εικόνα αυτού του τύπου που στέκει δίπλα στο σκύλο του παρά τη συμφορά που τον έχει βρει (άγνωστο κι αδιάφορο γιατί) είναι η καλύτερη απάντηση στον τύπο που (επίσης άγνωστο κι αδιάφορο γιατί), έβαψε… ΑΕΚ ένα τετράποδο. Την επόμενη φορά που θα κατεβαίνετε την Πειραιώς, ας έχετε το νου σας μήπως πετύχετε μπροστά σας αυτό το περίεργο ζευγάρι. Κάνα ευρώ και μια κονσέρβα ίσως τους βοηθήσουν να περάσουν άλλη μια μέρα περιμένοντας πότε θα φτιαχτεί η Αγιά-Σοφιά, που μάλλον είναι το τελευταίο από τα δικά τους προβλήματα, σε αντίθεση με τον τύπο στην Μεγαλόπολη.
Όταν ήμουν παιδί, μεταξύ άλλων, είχα κι έναν φίλο. Τον Γιάννη. Μια μέρα ο Γιάννης έκανε μια ανακάλυψη που αφορούσε τις αντοχές των αιλουροειδών. Κι επειδή λιοντάρια και τίγρεις σπανίζουν στην Ελλάδα, πειραματίστηκε με τις γάτες. «Κοίτα την, δεν παθαίνει τίποτα!», έλεγε κάθε φορά που πέταγε μία από αυτές στον απέναντι τοίχο. Συνήθως τα ζωντανά έβγαζαν μια κραυγή πόνου και τη στιγμή που προσγειώνονταν στα πόδια τους, εξαφανίζονταν από το πρόσωπο της γης.
Ενίοτε, κάποιο από αυτά δεν την έβγαζε καθαρή, αλλά στα παιδικά μάτια φάνταζε το ελαττωματικό το οποίο απλά επιβεβαίωνε τον κανόνα του Γιάννη πως δεν παθαίνουν τίποτα. Έτσι κι αλλιώς και όσα γλίτωναν από τα χέρια του, θα πέθαιναν πριν περάσει χρόνος είτε από φόλα είτε από τις ρόδες κάποιου αυτοκινήτου.
Όταν αργότερα μεγάλωσε ο Γιάννης, όπως και οι πιο πολλοί Ζακυνθινοί, απέκτησε αγάπη για το κυνήγι. Αυτή η δραστηριότητα τον ανάγκασε να αλλάξει πεδίο ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά την πανίδα του τόπου. Ξέχασε τα νιαουρίσματα κι ασχολήθηκε με σκυλιά, διαθέτοντας μια εντυπωσιακή συλλογή που περιελάμβανε πόιντερ, κούρτσχααρ κι ένα υπέροχο βίζλα ουγγαρέζικο. Με χαρτιά, πιστοποιητικά και ευγενές αίμα να κυλάει στις φλέβες τους. Τα είχε στα όπα όπα, όπως θεωρούσε πως άξιζε σε άξιους συνεργάτες. Όπως συνέβαινε όμως με τις γάτες, έτσι και μεταξύ των σκύλων πού και πού εμφανιζόταν ένα ελαττωματικό κομμάτι. Κάποιο που δεν φέρμαρε σιωπηλά γιατί δεν είχε μάθει να τιθασεύει τη χαρά του ή κάνα άλλο που το στόμα του δεν ήταν τόσο «μαλακό» όσο χρειαζόταν για να φέρει πίσω το σκοτωμένο πουλί ανέπαφο. Αποδείχτηκε πως ο Γιάννης επεφύλασσε σκληρές τιμωρίες στους «συνεργάτες» που δεν ήταν αρκετά… συνεργάσιμοι. Τα βουνά και τα λαγκάδια στη Λούχα, τον Κοιλιωμένο και το Κερί ξέρουν καλά και φιλοξενούν ακόμα μπόλικα κουφάρια ζώων που δεν επέτρεψαν σπίτι.
Τα παραπάνω περιστατικά δεν άλλαξαν ποτέ τη γνώμη της τοπικής κοινωνίας που θεωρούσε τον Γιάννη μια χαρά άνθρωπο. Κι εδώ που τα λέμε, κατά τα άλλα ήταν. Όσο κι αν οι καφρίλες του ήταν τόσο βάρβαρες που δεν μπαίνουν καν σε σύγκριση με τη βλακεία του οπαδού της ΑΕΚ που έβαψε την καημένη τη σκύλα στη Μεγαλόπολη, ποτέ δεν αντιμετώπισε ανάλογη κατακραυγή από το περιβάλλον του. Αν δεν υπήρχε το ίντερνετ με τα καλούδια του, πιθανότατα ούτε και ο τύπος στην Αρκαδία θα είχε τέτοιου είδους προβλήματα. Άλλωστε η επικρατούσα άποψη είναι πως βασικά τα ζώα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Στη μία ανήκουν όσα τα σκοτώνεις για να τα φας και στην άλλη όσα και να τα σκοτώσεις δεν τρέχει τίποτα.
Όσο κι αν κάποιοι θεωρούν πως η φιλοζωία είναι μια μόδα που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια και αφορά κατά βάση χορτάτες, καλοστεκούμενες κυρίες μιας κάποιας ηλικίας, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Για να φτάσουμε μέχρι εδώ μεσολάβησαν περίπου 30.000 χρόνια στα οποία οι χόμο σάπιενς μόνο καλοντυμένοι και καλοζωισμένοι δεν ήταν. Δίπλα τους βρέθηκε ο σκύλος. Αυτό το καταπληκτικό δώρο Θεού που κάποτε αποφάσισε να θυσιάσει λίγη από την ανεξαρτησία του προκειμένου να εξασφαλίσει τροφή, στέγη και παρέα.
Κι ενώ κάποιοι καθημερινά δίπλα μας βρίσκουν τρόπους να αποδείξουν πως έχασαν στάδια της εξελικτικής διαδικασίας και συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται, άλλοι πράττουν ακριβώς το αντίθετο. Κάπου στην Πειραιώς ένας άστεγος καθημερινά μαζεύει φραγκοδίφραγκα από τους οδηγούς που σταματούν στο συγκεκριμένο φανάρι. Ακριβώς σε εκείνο το σημείο έχει στήσει και την περιουσία που κουβαλά μαζί του. Ανάμεσα στις κούτες, κάτι παλιοκουβέρτες και διάφορα άλλα τέτοια, βλέπει κανείς και το πιο πολύτιμο asset του. Μια σκυλίτσα που μένει δεμένη μέσα στο καρότσι ενός σούπερ μάρκετ και τον περιμένει να επιστρέψει μόλις ανάψει το φανάρι. Εκείνος σκύβει, αφήνει τα λεπτά που κέρδισε από τη μεγαλοψυχία των συνανθρώπων του και τη φιλεύει με κάποιο δωράκι από αυτά που έχει δίπλα της. Παρατηρώντας καλύτερα θα δεις πως τα δικά του πράγματα μπροστά στα δικά της είναι ελάχιστα. Της έχει κονσέρβες, κροκέτες, ψωμιά, μέχρι και παιχνίδια. Ό,τι μπορεί… Εκείνη για αυτόν δεν κάνει τίποτα, σύμφωνα με τη σύγχρονη εκδοχή της προσφοράς ενός σκύλου. Δεν κυνηγάει ούτε τον φυλάει από αρπακτικά.
Απλά κουνά με ευγνωμοσύνη την ουρά της κάθε φορά που τον βλέπει να πλησιάζει. Όλη την ημέρα εκεί μοιράζονται τις αδέσποτες ζωές τους και το βράδυ κάνουν το ίδιο με τα… «λάφυρα» που εξασφάλισε ο αρχηγός της μικρής παράξενης αγέλης που έχουν δημιουργήσει. Η εικόνα αυτού του τύπου που στέκει δίπλα στο σκύλο του παρά τη συμφορά που τον έχει βρει (άγνωστο κι αδιάφορο γιατί) είναι η καλύτερη απάντηση στον τύπο που (επίσης άγνωστο κι αδιάφορο γιατί), έβαψε… ΑΕΚ ένα τετράποδο. Την επόμενη φορά που θα κατεβαίνετε την Πειραιώς, ας έχετε το νου σας μήπως πετύχετε μπροστά σας αυτό το περίεργο ζευγάρι. Κάνα ευρώ και μια κονσέρβα ίσως τους βοηθήσουν να περάσουν άλλη μια μέρα περιμένοντας πότε θα φτιαχτεί η Αγιά-Σοφιά, που μάλλον είναι το τελευταίο από τα δικά τους προβλήματα, σε αντίθεση με τον τύπο στην Μεγαλόπολη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου