Ένας πρωτευουσιάνος, μεγαλωμένος μέσα στο μπετόν, αποφάσισε να βγει στη φύση να κυνηγήσει. Πιάνει ένα ρέμα και βλέπει, ξαφνικά, μπροστά του έναν λαγό.
Σηκώνει το ντουφέκι, ρίχνει, ο λαγός χάνεται σε έναν μεγάλο βάτο. Πάει ο πρωτευουσιάνος κοντά στον βάτο, τον τριγυρίζει, από ‘δω, από ‘κει, πουθενά ο λαγός…
Στο πίσω μέρος βλέπει έναν τσοπάνο, που έβοσκε τα γίδια του.
-Ρε πατριώτη, μήπως είδες έναν λαγό, που ντουφέκισα;
-Έναν… αρσενικό;
Αναθάρρησε ο πρωτευουσιάνος.
-Πού το κατάλαβες πως ήταν αρσενικός;
-Γιατί έτρεχε προς τα πέρα και φώναζε: «Μου κλασες τ’ αρχ….ια, μου κλασες τ’ αρχ…ια»!
Σηκώνει το ντουφέκι, ρίχνει, ο λαγός χάνεται σε έναν μεγάλο βάτο. Πάει ο πρωτευουσιάνος κοντά στον βάτο, τον τριγυρίζει, από ‘δω, από ‘κει, πουθενά ο λαγός…
Στο πίσω μέρος βλέπει έναν τσοπάνο, που έβοσκε τα γίδια του.
-Ρε πατριώτη, μήπως είδες έναν λαγό, που ντουφέκισα;
-Έναν… αρσενικό;
Αναθάρρησε ο πρωτευουσιάνος.
-Πού το κατάλαβες πως ήταν αρσενικός;
-Γιατί έτρεχε προς τα πέρα και φώναζε: «Μου κλασες τ’ αρχ….ια, μου κλασες τ’ αρχ…ια»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου