ΣΙΝΕ

Δευτέρα 19 Απριλίου 2021

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΓΡΕΒΕΝΙΩΤΙΣΣΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ''LIFO''

Μαρία Παπαγεωργίου: «Φτάνει. Tα έχουμε δει όλα. Λίγη απλότητα»

Η ταλαντούχα μουσικός, το κορίτσι που τόλμησε να κάνει τις κρίσεις πανικού βιβλίο, είναι ένας άνθρωπος που η ειλικρίνειά του σε κερδίζει με... το καλημέρα. Τραγουδοποιός, περφόρμερ, δασκάλα φωνητικής, η Μαρία Παπαγεωργίου είναι μια περίπτωση στο ελληνικό τραγούδι που ανέτειλε σε μια εποχή χωρίς δισκογραφία, και έχει κερδίσει ένα κοινό με τη φωνή της και με το όνομά της να γίνεται γνωστό.

Η Μαρία μετά από 18 χρόνια στην Αθήνα δεν έχει συνηθίσει τη μεγάλη πόλη, αναζητά μια αλήθεια της στη φύση, κι ας διάλεξε να κατοικεί στο Παγκράτι. Η διασκευή στο τραγούδι του Παύλου Παυλίδη, ένα τραγούδι του 2004, Ο κηπουρός, την εκτόξευσε κάνοντας όσους την παρακολουθούν εδώ και χρόνια στα εξαιρετικά live της να λένε ότι ήρθε η στιγμή να γνωρίσουμε ένα αερικό της ελληνικής μουσικής. Το κορίτσι που τόλμησε να κάνει τις κρίσεις πανικού βιβλίο είναι ένας άνθρωπος που η θερμοκρασία και η ειλικρίνειά του σε κερδίζουν με το καλημέρα. Είναι ένα κράμα κοινωνικού και μοναχικού ανθρώπου, ένας φιλοπερίεργος και μελετηρός χαρακτήρας, που δουλεύει με επαγγελματίες, πρόσφυγες και όσους θέλουν να εξερευνήσουν τη φωνή τους, και σε αυτή τη συνάντηση μας άνοιξε φιλόξενα τον κόσμο της.

— Μαρία, το πρώτο που θα ήθελα να μάθω είναι για την οικογένειά σου, τη φυσική και την καλλιτεχνική στη συνέχεια.
— Είμαι τυχερή γιατί έχω την οικογένεια μου ακόμα, που αυτό είναι από μόνο του μια ευλογία και τους έχω πραγματικά δίπλα μου. Είναι πολύ σημαντικό για ένα παιδί που μεγαλώνει στην επαρχία, γιατί τα παιδιά στην Αθήνα έχουν ερεθίσματα, να υπάρχει μια διάθεση να εξερευνήσεις τον κόσμο και να έχεις υποστήριξη. Δηλαδή, εμείς δεν είχαμε πικαπ, είχαμε κάτι CD και κασέτες και άκουγα τη Mοσχολιού να λέει «του ήλιου χάθηκε το φως» και πεταγόμουνα και επειδή δεν είχα πού να το ψάξω, προσπαθούσα να αποστηθίσω τα λόγια. Και το μάθαινα γιατί συγκεντρωνόμουν πολύ και γιατί δεν είχα άλλη ευκαιρία. Η αλήθεια είναι ότι αν έρθεις στην Αθήνα στα 18 σου και αρχίζεις να απογαλακτίζεσαι, μάλλον τελικά συνειδητοποιείς ότι είναι μεγάλο το ταξίδι και εκεί θέλεις και ορίζεις μια νέα οικογένεια εξαρχής.
— Αυτό τι σημαίνει;
- Σημαίνει ότι η νέα σου οικογένεια είναι οι άνθρωποι που σε τραβάνε για να πας μπροστά, ψηλά, που σε αγαπάνε, σε εκτιμάνε, σε στηρίζουν, σε διορθώνουν, αλλά και σου ανοίγουν και τα μάτια. Συγκλίνεις με αυτούς και κάθε μέρα γίνεσαι καλύτερος.
— Το να σου ανοίγουν τα μάτια κρύβει και πολλές άβολες αλήθειες.
- Ναι.
— Εσύ ως καλλιτέχνης τις αντέχεις;
- Κοίταξε, εγώ δεν έχω εκτεθεί πολύ και δεν έχω πάρει τόση αρνητική κριτική, μπορεί να μην έχω πάρει και μεγάλο ρίσκο, αλλά πάντα, για παράδειγμα, όταν τελειώνω μια παράσταση, ρωτάω. Το θέμα είναι ποιούς θα ρωτήσεις. Αν ρωτήσεις όποιον βρεις μπροστά σου για την ενορχήστρωση, χάθηκες. Πρέπει να ρωτήσεις έναν συγκεκριμένο άνθρωπο τι να φορέσεις, έναν άλλο για την αίσθηση του live, για την ενέργειά σου, για τα τραγούδια που διάλεξες. Δεν υπάρχει ένας άξιος κριτής των πάντων, ούτε καν εμείς. Να βρίσκεις, λοιπόν, τους σωστούς ανθρώπους να ρωτήσεις το σωστό πράγμα. Αλλά να ρωτήσεις.
— Ας μιλήσουμε για την καλλιτεχνική σου οικογένεια, την πνευματική σου οικογένεια.
- Θεωρώ συγγενείς μου όσους κατέγραψαν την παραδοσιακή μουσική. Της παράδοσης του τόπου. Όσο μεγαλώνω αρχίζει και μου λείπει η πατρίδα μου, όχι τα Γρεβενά ή η οικογένειά μου, η έννοια της πατρίδας που εμπεριέχει ο μικρός τόπος. Ο μικρός τόπος δημιουργεί ως κοινότητα. Η αλήθεια είναι ότι δεν έγινα ποτέ Αθηναία. Δεν την καταλαβαίνω αυτή την αποξένωση εδώ πέρα. Γι' αυτό είναι και δύσκολο να φτιάξεις πράγματα εδώ, κοινότητα, αυτό που λες εσύ οικογένεια.
— Φίλους έκανες;
- Πάρα πολλούς, γιατί είμαι κοινωνική και είμαι εδώ 18 χρόνια. Είμαι βλαχοδήμαρχος. Επιμένω πολύ στην έννοια της ομάδας και στην καταγραφή του λαϊκού παραδοσιακού τραγουδιού, για το οποίο μιλήσαμε – αυτό συνέβαινε. Ήταν μικρές κοινότητες που είχαν ένα θέμα, μπορεί να κάηκε το χωριό ή να παντρεύτηκε κάποιος, αυτό έγινε τραγούδι και παραδόθηκε σε εμάς. Αυτό είναι το παραδοσιακό, κι εγώ με αυτούς έχω σύμπνοια, με αυτό συγκινούμαι. Δεν μπορώ να συγκινηθώ με τον Καζαντζίδη, δεν ξέρω την ξενιτιά.
— Δηλαδή συγκινείσαι μόνο όταν έχεις βίωμα; Ή ακούς μια μουσική, ένα τραγούδι και μόνος σου συνδέεσαι με κάποιο τρόπο;
- Μόνος σου το κάνεις και αυτή είναι η δουλειά η δικιά μας. Δηλαδή δεν τραγουδάω ένα μοιρολόι επειδή έχασα τη μάνα μου, πρέπει να μπορώ να συναισθάνομαι πώς νιώθει κάποιος. Απλά, αυτά τα τραγούδια, τα παραδοσιακά, δεν έχουν πνευματικά δικαιώματα, ανήκουν στον λαό, δεν βάζεις έναν άνθρωπο πίσω από τη συγγραφή ούτε μια φωνή απαραίτητα. Εμένα, αυτή η αλήθεια με πιάνει από τα μαλλιά. Δεν σκέφτομαι όταν τα ακούω την ενορχήστρωση, το ακόρντο, αν αυτός είναι καλό παιδί ή κακό παιδί.
— Όταν ήρθες να σπουδάσεις στο πανεπιστήμιο έκανες μαθήματα μουσικής;
- Γνώρισα τη δασκάλα μου, την Ελισάβετ Καρατζόη, και έκανα μαθήματα φωνητικής και της οφείλω πάρα πολλά γιατί μου έκανε και ψυχανάλυση μαζί με τα μαθήματα.
— Τι σπούδαζες;
- Κι εγώ και τα αδέρφια μου οικονομικά, τα αδέρφια μου εξάσκησαν το επάγγελμα, εγώ αρρώστησα, δεν το ήθελα. Τότε ξεκίνησαν και οι κρίσεις πανικού, όταν ήμουνα φοιτήτρια. Και κράτησαν δέκα χρόνια. Πέρασα πάρα πολύ δύσκολα. Είχα ψυχική διαταραχή. Το άγχος είναι σύγκρουση δυο πραγμάτων, αυτού που είσαι και αυτού που ξέρεις να είσαι, τελικά. Ήμουνα είκοσι και μου πήρε δέκα χρόνια. Γιατί τότε δεν υπήρχε ενημέρωση, ήταν πολύ φρέσκο αυτό με τις κρίσεις πανικού και νόμιζα ότι τρελάθηκα. Ντρεπόμουνα, φοβόμουν ότι θα χάσω τους φίλους μου και μου πήρε δυο χρόνια μέχρι να μου πει κάποιος τι συμβαίνει. Τώρα, μετά από χρόνια ψυχοθεραπείας ξέρω ότι αν μου συμβεί, θα είναι καλοδεχούμενο, δεν θα πάθω πανικό. Και ευτυχώς γιατί αυτό άλλαξε πολλά πράγματα.
— Σήμερα όμως κάνεις τελικά αυτό που θέλεις, με όλη τη δυσκολία που μπορεί να έχει.
- Ναι, δεν είμαι στο κενό σήμερα. Στο κενό ένιωσα όταν τέλειωσα το πανεπιστήμιο και προσπαθούσαμε με τον Αλέξανδρο Εμμανουηλίδη να κάνουμε τον πρώτο δίσκο και δεν μας έπαιρνε κανείς. Εκεί ήταν το κενό, δεν είσαι φοιτητής να σου στέλνει χρήματα το σπίτι σου, δεν μπορούσα να κάνω και δισκογραφία. Είχα μια σφραγίδα που έγραφε Μαρία Παπαγεωργίου, μουσικός, σφράγισα ένα χαρτί και είπα: «Αυτό είσαι, δεν ξέρω τι θα κάνεις και πώς θα ζήσεις, αλλά αυτό είσαι, τελειώσαμε». Το 2009.
— Είχες αρχίσει μουσική από νωρίς;
- Ωδείο δεν έκανα, αλλά είχα έναν δάσκαλο που με έστειλε από νωρίς να δουλέψω σε μια ταβέρνα, στην τρίτη γυμνασίου. Έβγαζα χαρτζιλίκι. Η αλήθεια ήταν ότι μου άρεσε πολύ να παίζω, αλλά γύρναγε ο κόσμος και μου έλεγε «τι ωραία φωνή», και τραγουδούσα. Δεν ασχολήθηκα να καταλάβω αν είμαι καλή μουσικός, όσο να επικοινωνώ με τους μουσικούς. Σήμερα μαλλιάζει η γλώσσα μου με τους μαθητές μου, «μάθετε ένα όργανο, να έχετε αντίληψη». Όταν μια τραγουδίστρια ξέρει μουσική είναι αλλιώς. Εμένα όλο αυτό με τις μεγάλες ερμηνεύτριες με έχει κουράσει, δεν ξέρω, έχει τελειώσει, είναι drama queen κατάσταση, παλιό πράγμα. Με τους μουσικούς είσαι ένα. Εγώ όταν ήρθα στην Αθήνα προσπαθούσα απεγνωσμένα να βρω ανθρώπους να παίζουν μουσική, πήγαινα στα φοιτητικά πάρτι και έψαχνα. Μου πήρε δυο χρόνια. Αλλά ίσως δεν ήμουν κι εγώ καλλιτεχνικά έτοιμη.
- Κι τότε, από το 2009, που αποφάσισες ότι είσαι μουσικός και τέλος, πώς ξεκίνησες;
- Διδάσκοντας. Μέχρι σήμερα. Μου αρέσει πάρα πολύ, τρελαίνομαι. Κάνω φωνητική, όχι μόνο σε επαγγελματίες αλλά και σε ανθρώπους που θέλουν να δουλέψουν τη φωνή τους, που είναι ένα εργαλείο πολύ καταπιεσμένο στον δυτικό κόσμο. Εγώ άρχισα να το κάνω επειδή βιοπορίζομαι από αυτό και έτσι έχω την ελευθερία μου στο καλλιτεχνικό κομμάτι. Μου τρώει πολύ χρόνο και όσο περνάνε τα χρόνια θέλω να κάνω και άλλες δραστηριότητες, μουσικές πάντα. Και άρχισα να κάνω από πέρσι και σεμινάρια φωνητικής.
— Ποιοι κάνουν τέτοια σεμινάρια, όσοι έχουν καλή φωνή;
- Όχι, αυτός ο μύθος της καλής φωνής πρέπει να τελειώσει. Το τραγούδισμα πρέπει να ξαναμπεί μέσα στην έννοια του κύκλου και του μοιράσματος. Εννοείται ότι για να γίνεις τραγουδιστής, έχεις μια καλή φωνή. Φυσικά η σκηνή είναι εκεί πέρα, είναι ένα υπέροχο πράγμα, αλλά οφείλουμε αυτό το θείο δώρο που μας δόθηκε, είναι υποχρέωσή μας, να το μοιράσουμε. Δεν είναι δικαίωμά μας, είναι υποχρέωσή μας.
Ποια τραγούδια σου αρέσουν;
Των τραγουδοποιών. Με έμαθε ο κόσμος από τον Παυλίδη, από τη διασκευή του «Κηπουρού», δεν έχω επηρεαστεί, ας πούμε, από τον Παυλίδη, δεν τον άκουγα πριν. Πάντα όμως θα βάλω στο πρόγραμμά μου έναν Δεληβοριά, έναν Ιωαννίδη, έναν Αγγελάκα, ένα Θανάση Παπακωνσταντίνου, μια Γιαννάτου, λαϊκά δεν βάζω, δεν θα είμαι ειλικρινής αν τα πω. Πιστεύω ότι μπορείς να διασκευάσεις ό,τι μπορείς να πεις με ειλικρίνεια. Τα λαϊκά, τα είπαν άνθρωποι που πονούσαν, η Ρίτα Σακελλαρίου το ένιωθε, τον νταλκά και την καψούρα την είχαν στη ζωή τους, εγώ δεν έχω σχέση με αυτό.
— Και με τα δημοτικά το ίδιο συμβαίνει;
- Πρόσεξε τη διαφορά που έχουν τα δημοτικά με τα λαϊκά. Στο δημοτικό περιγράφουν ιστορίες, όχι αισθήματα, δεν υπάρχει «πόνεσα, έκλαψα, δεν σε συγχώρεσα», τίποτα, κλαις με την ιστορία. Από τότε που μπήκε μπροστά ο τραγουδιστής άλλαξε η ιστορία. Η Φωτεινή Βελεσιώτου, η Ιουλία Καραπατάκη, η Σεμέλη Παπαβασιλείου, για παράδειγμα, αυτές είναι οι αυθεντικές, δεν μιμούνται τις παλιές ρεμπέτισσες, έτσι είναι, έτσι ζουν. Γι' αυτό και τραγουδάνε έτσι απίθανα.
- Η γενιά σου μουσικά ποια είναι;
- Είμαστε η γενιά που δεν πρόλαβε τη δισκογραφία. Οι περισσότεροι. Όσοι πρόλαβαν να δισκογραφήσουν, είναι η καλλιτεχνική γενιά πριν από εμάς – τότε υπήρχε και το χρήμα και ο κόσμος. Όσοι πέσαμε στην κρίση, ήμασταν σε μια αμήχανη θέση και προσπαθούσαμε να βρούμε τον τρόπο σε μια αγορά που κατέρρεε με τα παλιά εργαλεία. Περνούσαν τα χρόνια πολύ δύσκολα και καθόλου παραγωγικά και όσοι αντέξαμε, αντέξαμε. Και είναι και η επόμενη γενιά, οι Γιουσουρούμ, για παράδειγμα, που ήξεραν εξαρχής ότι δεν υπάρχει δισκογραφία και πορεύονται με έναν δικό τους τρόπο. Εγώ βγάζω τα τραγούδια μόνη μου, έχω πάρει τα δικαιώματα από παλιότερες δουλειές μου, και αυτά που πουλάω στα live, χρηματοδοτούν τον επόμενό μου δίσκο. Επίσης σε ό,τι αφορά και τη γενιά μου και τους νεότερους – ειδικά αυτούς –, δημιουργούν, πάνε καλά, αλλά ας πούμε η τηλεόραση και το ραδιόφωνο δεν τους έχουν βρει ακόμα. Εμείς όλοι δισκογραφούμε, κάνουμε ενορχηστρώσεις, κουβαλάμε όργανα και πληρώνουμε τη δουλειά από την τσέπη μας.
— Ένας ταλαντούχος άνθρωπος θα τη βρει την άκρη;
- Τη βρίσκει αρκεί να μην κουραστεί, γιατί αν κάνεις δέκα δουλειές, δεν γίνεται.
— Τι εμπειρία ήταν το live σου στο Gazarte, χωρίς κόσμο;
- Πέρασα πολύ ωραία γιατί δεν υπήρχε κόσμος. Δεν θέλω να ξανασυμβεί, αλλά συγκεντρώθηκα. Γιατί δεν περίμενα την αποδοχή του κόσμου, δεν υπήρχε χειροκρότημα και έπρεπε να πάω στο επόμενο τραγούδι και κατέρρεε το εγώ σου εκείνη τη στιγμή. Εγώ δεν είχα ρωτήσει καν πόσοι με κοίταζαν, μπορεί να είναι δυο εκατομμύρια ή δυο θεατές, δεν ξέρεις αν ξύνει τη μύτη του ή αν σε χειροκροτεί, αν είναι ξαπλωμένος ή αν πίνει. Αλλά εσύ είσαι εκεί, με τη μουσική σου, και πρέπει να τους απογειώσεις.
— Καταρρέει το εγώ τι σημαίνει;
- Σίγουρα πρέπει το εγώ σου να σε τροφοδοτήσει έτσι ώστε να βγεις και να κάνεις την τέχνη σου, γιατί για να κάνεις τέχνη πρέπει να υπάρχουν μάρτυρες, αλλιώς δεν κάνεις τέχνη, και για να έχεις μια επιβεβαίωση. Από κει και πέρα δεν μπορεί το εγώ σου να είναι πάνω από τον σωλήνα που υποτίθεται ότι γίνεσαι για να μεταφέρεις το μήνυμα και να θρέψεις τις ψυχές των άλλων. Εγώ θέλω να σταθώ σε μια ποσότητα και μια ποιότητα ακροατηρίου, δεν μπορώ να ανήκω σε όλους, είμαι ευχαριστημένη. Γι' αυτό και δεν κάνω πίσω, εγώ ξυπνάω και κοιμάμαι με νότες.
— Πόσο αυτοαναφορικοί είσαστε οι τραγουδιστές;
Είμαστε πάρα πολύ αυτοαναφορικοί και μου είναι τεράστιος κόπος αυτό τα τελευταία χρόνια. Είναι ένα ελάττωμα της εποχής μας. Μεγαλώσαμε από πολύ παλιότερες δεκαετίες με τους σταρς. Με τη σκηνή να είναι ψηλά, να σου φεύγει ο σβέρκος να δεις τον τραγουδιστή. Σίγουρα πρέπει να είναι ο τραγουδιστής ένα σκαλί πιο πάνω, αυτό του δίνει δύναμη, αλλά κάπου όπα! Αρχίζει να καταρρέει αυτό. Φτάνει, τα έχουμε δει όλα, λίγη απλότητα. Δηλαδή δεν μπορείς να βγαίνεις να λες τα τραγούδια απλώς με μια φωνάρα, ούτε να τα καταλαβαίνεις και να σκέφτεσαι «είμαι μεγάλη ερμηνεύτρια ή ερμηνευτής» και να τελειώνει το ζήτημα. Και καλά, το κάνει ο ερμηνευτής, ο κόσμος γιατί τσιμπάει έτσι; Σκέψου λοιπόν ένα παιδί που δεν γνωρίζει τα πάντα και ξεκινάει – και δεν μιλάω για μένα, εγώ την έκανα την αρχή σωστά, λάθος, δεν έχει σημασία. Μπαίνει απροστάτευτο μέσα σε ένα ψέμα και θέλει από κάπου να πιαστεί και όταν βλέπει να πετυχαίνουν αυτά, αρχίζει να πιστεύει ότι έχει κάποιο πρόβλημα αισθητικό, δεν καταλαβαίνει το hit ή τη «βιομηχανία». Και έτσι χάνονται ταλέντα, δεν θέλει πολύ να αγχωθείς και να πάρεις μια πεπατημένη που δεν σου ταιριάζει. Και τέλος.
— Ας πούμε, η καραντίνα μας παραδειγμάτισε;
- Μας παραδειγμάτισε είναι βαριά λέξη. Εγώ λέω από την αρχή «γλυκιά καραντινούλα». Γιατί βγήκαν στη φόρα πάρα πολλά. Στη στάση των καλλιτεχνών, στην αισθητική των καλλιτεχνών, στο πώς μίλησαν ή δεν μίλησαν, στο τι μας παρουσίασαν και με ποια ποιότητα – βάζω και τον εαυτό μου μέσα. Είδαμε ανθρώπους να δημιουργούν μέσα στην κρίση, να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους, υπήρχε μια κοινωνική αναταραχή μέσα στην οποία δεν μπορούσες να σιωπήσεις και να ανεβάσεις στα social μια φωτογραφία με λιβάδια. Είναι ανοησία και ο κόσμος το έβλεπε αυτό. Λίγο ξεκαθάρισαν οι υφές κάποιων ανθρώπων πέρα από τα τραγούδια, σαν καλλιτεχνικές οντότητες. Γιατί ο καλλιτέχνης πρέπει να προηγείται μιας κατάστασης, δεν μπορεί να κοιμάται ή να σιωπά ή να μην τον συμφέρει να μιλήσει. Είναι θεμιτή και η σιωπή, αλλά φαίνονται οι ποιότητες. Δεν μπορεί να πάρουμε θέση σε όλα, αλλά συναισθανόμαστε, και γι' αυτό για όσα κατανοούμε, για τον Ζακ Κωστόπουλο, για τη Χρυσή Αυγή, για τους Support Art Workers, εκεί πρέπει να πάρουμε θέση.
— Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης εν ζωή που τον θεωρείς μεγάλο;
- Τον Θανάση Παπακωνσταντίνου γιατί εξέλιξε το ελληνικό τραγούδι μετά τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι, χωρίς να συγκρίνω μεγέθη, γιατί είναι ποιητής, έκανε μουσικές καινοτομίες, έβαλε σημαντικούς μουσικούς για να συνδημιουργήσουν πάνω στις βασικές του ιδέες. Δεν είναι τυχαίο που γεμίζει στάδια.
— Σήμερα ποιους εκτιμάς;
- Θαυμάζω αυτούς που μίλησαν, γυναίκες και άντρες, για το bullying, το θεωρώ πολύ σοβαρό, είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στην κοινωνία. Το ότι αναδείχθηκε είναι σοβαρό για να σταματήσουν κάποιοι να πιστεύουν ότι μπορούν εύκολα και ατιμώρητα να κακοποιήσουν. Πολλοί άνθρωποι θα πάρουν μια ανάσα με αυτό.
Επίσης, ας πούμε, μου κάνει εντύπωση ότι κάνω μια εκπομπή στο ραδιόφωνο και υπάρχουν άνθρωποι που τηλεφωνούν για να πουν μια καλή κουβέντα, να ρωτήσουν για ένα τραγούδι. Σκέφτομαι ότι μέσα σε ένα σύγχρονο περιβάλλον όπου ο καθένας θέλει να σχολιάσει με κακία, υπάρχει αυτός ο αντίποδας, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που έχουν τη διάθεση να σηκώσουν το τηλέφωνο και να θέλουν να σχολιάσουν την ομορφιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: