Σε ένα καταφανές αδιέξοδο πολιτικής στρατηγικής έχει περιέλθει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, βλέποντας τη φθορά της κυβέρνησης να βαθαίνει μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο, μπροστά στην αδυναμία της να διαχειριστεί την ενεργειακή κρίση και το τσουνάμι της ακρίβειας το οποίο πλήττει σφοδρά τον οικογενειακό προϋπολογισμό.
Μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο στη ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός, περιγράφοντας την εκλογική στρατηγική του κόμματός του, δήλωνε ότι «θα ζητήσω από τον ελληνικό λαό αυτοδυναμία στις εκλογές που θα γίνουν στο τέλος της 4ετίας, θα συγκριθεί πάλι η επιλογή μιας παράταξης η οποία λέει στον ελληνικό λαό ότι και διπλές να είναι οι κάλπες, εγώ ζητώ αυτοδύναμη διακυβέρνηση, γιατί πιστεύω ότι κυβέρνησα καλά αυτό το διάστημα, με μία άλλη επιλογή που δεν έχω καταλάβει ποια είναι, της “προοδευτικής διακυβέρνησης”». Σήμερα το αφήγημα αυτό του κ. Μητσοτάκη έχει πλέον εξαϋλωθεί και αυτό συνέβη μόνο μέσα στα λίγα λεπτά που κράτησε η σχετική απάντησή του στο πλαίσιο του Forum του Οικονομικού Ταχυδρόμου.
Τι είπε εκεί; Σε αντίθεση με ό,τι έλεγε το αμέσως προηγούμενο διάστημα, τώρα έθεσε ως «στόχο» του τη «σταθερότητα» και «όχι επί τούτου» την «αυτοδυναμία» και πρόσθεσε ότι «ο λαός θα μας υποδείξει τελικά εάν η χώρα θα κυβερνηθεί από ένα κόμμα ή από περισσότερα από ένα κόμματα», ανοίγοντας έτσι παράθυρο για κυβέρνηση συνεργασίας. Και βέβαια με αυτόν τον τρόπο προσέγγισε πλέον ένα αφήγημα συνεργασιών, αντίστοιχο με αυτό της αξιωματικής αντιπολίτευσης που ο ίδιος στη ΔΕΘ δήλωνε πως δεν καταλαβαίνει.
Ομολογία υποχώρησης
Η αλλαγή πλεύσης αυτή είναι ασφαλώς αποτέλεσμα των πολύ σοβαρών αμφιβολιών του πρωθυπουργού για το κατά πόσον μπορεί πλέον στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση -μετά την κάλπη της απλής αναλογικής- να πιάσει την αυτοδυναμία. Αποτελεί λοιπόν την απόλυτη ομολογία υποχώρησης της απήχησης της Ν.Δ. Αλλά πώς φτάσαμε σε αυτή την πρωθυπουργική ομολογία;
Είναι γνωστό ότι στο μέγαρο Μαξίμου -επειδή ακριβώς έβλεπαν την κυβερνητική φθορά και φοβούνταν ότι η αυτοδυναμία θα μετατραπεί σε άπιαστο όνειρο- εξέταζαν σοβαρά να αλλάξουν για δεύτερη φορά τον εκλογικό νόμο προκειμένου να καταστεί πιο εύκολη η επίτευξη αυτοδυναμίας, κάτι για το οποίο υπήρχαν σχετικές εισηγήσεις προς τον πρωθυπουργό.
Εντέλει ο Κυρ. Μητσοτάκης αποφάσισε να απορρίψει το ενδεχόμενο αυτό γιατί κατάλαβε ότι το μήνυμα ηττοπάθειας που θα στείλει με μια τέτοια κίνηση θα κάνει μεγαλύτερη ζημιά στην εικόνα της κυβέρνησης. Κατάλαβε επίσης ότι δεν υπάρχει κανένα πειστικό επιχείρημα που να μπορεί στ’ αλήθεια να δικαιολογήσει τη μικροκομματική αυτή εργαλειοποίηση του εκλογικού νόμου και επομένως δεν θα μπορούσε και να υποστηριχτεί πειστικά από τους «γαλάζιους» βουλευτές στις εκλογικές τους περιφέρειες. Και, τέλος, κατάλαβε ότι η δεύτερη αλλαγή του νόμου θα ισοδυναμούσε και με μια παραδοχή αποτυχίας για τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, που ψήφισε η παρούσα κυβέρνηση προκειμένου να αντικαταστήσει την απλή αναλογική.
Ετσι ο πρωθυπουργός προτίμησε να αποκλείσει νέα αλλαγή του εκλογικού νόμου, επιχειρώντας, στο πλαίσιο του Forum του Οικονομικού Ταχυδρόμου, να παρουσιάσει τον εαυτό του ως «έναν υπεύθυνο, θεσμικό πολιτικό, ο οποίος έχει μάθει να πορεύεται με κανόνες» και να κλείσει έτσι τη συζήτηση περί εκλογικού νόμου, αλλά και περί πρόωρων εκλογών, τις οποίες τοποθέτησε ξανά στο τέλος της τετραετίας και δη στο «τέλος της άνοιξης του 2023». Ομως με το κλείσιμο της συζήτησης για τον εκλογικό νόμο, για το μέγαρο Μαξίμου παραμένει ανοιχτό το ζήτημα των αμφιβολιών του για την επίτευξη αυτοδυναμίας στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις και αυτό είναι που αποτυπώθηκε στην ομολογία του πρωθυπουργού και στο άνοιγμα του παραθύρου για κυβέρνηση συνεργασίας.
Πρόκειται βέβαια για ένα πρωθυπουργικό αυτογκόλ. Πρώτα απ’ όλα διότι ενώ ήθελε να κλείσει κάθε συζήτηση γύρω από τις εκλογές, με αυτόν τον τρόπο την ξανάνοιξε μόνος του. Δεύτερον, γιατί πλέον το μήνυμα της κυβέρνησης προς τους πολίτες έχει θολώσει και είναι αντιφατικό αφού κινείται κάπου μεταξύ του μέχρι πρότινος διακηρυγμένου στόχου για αυτοδυναμία -που στην κυβέρνηση λένε ότι παραμένει- και της νέας ρητορικής ότι «η αυτοδυναμία δεν είναι αυτοσκοπός» και ότι ο λαός θα αποφασίσει για το τι είδους κυβέρνηση θα υπάρξει, η οποία εξακολουθεί να αφήνει ανοιχτό το παράθυρο κυβέρνησης συνεργασίας.
Και τρίτον, γιατί μπορεί στην κυβέρνηση να μιλούν περί συνεργασίας, αλλά... συνεργάτες δεν φαίνεται να υπάρχουν. Στο μέγαρο Μαξίμου θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να μεταφέρουν την πίεση που οι ίδιοι αισθάνονται στην πλευρά του ΚΙΝ.ΑΛΛ. Εξού και κυβερνητικές πηγές ζητούσαν να τοποθετηθεί ο Νίκος Ανδρουλάκης σχετικά με το αν θα έμπαινε σε κυβέρνηση μαζί τους. Αλλά εντέλει, «έφαγαν πόρτα», αφού ο πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛΛ. απέρριψε τη συνεργασία με τη Ν.Δ., δηλώνοντας ότι δεν θα δώσει «σωσίβιο» στην κυβέρνηση. Ούτως ή άλλως το θέμα του ΚΙΝ.ΑΛΛ. έχει εξελιχθεί σε βραχνά για το μέγαρο Μαξίμου. Από εκεί που ο Κυρ. Μητσοτάκης προωθούσε τον κ. Ανδρουλάκη ως παίκτη στο πολιτικό σκηνικό γιατί θεωρούσε ότι θα προκαλέσει πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ, τελικά είδε ότι έχει ο ίδιος απώλειες ψηφοφόρων του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ που είχαν πάει στη Ν.Δ. και τώρα γυρνάνε πίσω. Γι’ αυτό και μετά άρχισε τις επιθέσεις προς τον Ν. Ανδρουλάκη.
«Εκσυγχρονισμός»
Μάλιστα στην προσπάθειά του να ανακόψει αυτές τις διαρροές ψηφοφόρων του προς το ΚΙΝ.ΑΛΛ., ο πρωθυπουργός έφτασε να πει ότι «η έννοια της μεταρρύθμισης είναι και μία πολύ φορεμένη έννοια στη χώρα, που δεν λέει πολλά πράγματα στον κόσμο. Ισως προτιμώ μία λέξη που έρχεται από το παρελθόν, τη λέξη εκσυγχρονισμός». Αλλά πέραν του ότι υιοθέτησε τον γνωστό σημιτικό όρο για να περιγράψει τη δική του νεοφιλελεύθερη και σκληρή δεξιά πολιτική, πρόκειται για έναν όρο που προκαλεί αναφυλαξία σε καραμανλικά στελέχη της Ν.Δ.
Οσο για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, τον οποίο ο κ. Μητσοτάκης ακόμα σταθμίζει υπό τον φόβο της τιμωρητικής ψήφου λόγω της ακρίβειας, υπάρχουν στελέχη της Ν.Δ. που τάσσονται υπέρ της πραγματοποίησής τους το προσεχές φθινόπωρο, γιατί πιστεύουν ότι όσο περνάει ο καιρός τόσο θα αυξάνεται η κυβερνητική φθορά. Υπάρχουν και άλλα στελέχη που θεωρούν ότι μπορεί μέχρι το τέλος της τετραετίας να έχει βελτιωθεί το κλίμα, συνυπολογίζοντας και το μοίρασμα των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης. Είναι η γνωστή θεωρία της ελπίδας που πεθαίνει τελευταία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου