Γράφει ο Καθηγητής Γιώργος Πιπερόπουλος*
Μια φορά κι έναν καιρό, στη Θεσσαλονίκη είχαμε στο Διοικητήριο μια «μαρμάρινη» αλάνα που τώρα δεν υπάρχει και, δυστυχώς, τα αρχαία που αποκαλύφθηκαν...
ΔΕΝ έχουν αξιοποιηθεί σωστά. Και απέναντι από την Αγγελάκη είχαμε μια
«χωματένια» μεγάλη αλάνα όπου, όπως κάναμε και στη «μαρμάρινη» του
Διοικητηρίου, κλοτσούσαμε την μπάλα, παίζαμε κρυφτούλι, αμάδες και μακριά
γαϊδούρα…
Μια φορά κι έναν καιρό, είχαμε τους φίλους
και τους κολλητούς να λέμε τα μυστικά μας, να μοιραζόμαστε χαρές που έτσι
διπλασιάζονταν και λύπες που μειώνονταν επειδή τις βγάζαμε από το στέρνο με
δάκρυα στα μάτια.
Μια φορά κι έναν καιρό, τα είχαμε αυτά για
να παίζουμε εμείς σαν παιδιά γονιών που ΔΕΝ είχαν λεφτά ούτε αυτοκίνητα, αλλά
είχαμε όνειρα πολλά!…
Γιατί τώρα πια, όχι μόνο στην πάλαι ποτέ
τη δικιά μας «νυφούλα του Θερμαϊκού», την ανοιχτόκαρδη, γενναιόδωρη και τόσο
φιλόξενη «φτωχομάνα» Θεσσαλονίκη, αλλά δυστυχώς σε ολάκερη την αγαπημένη και
μοναδική μας Παρείδα Ελλάδα που άκουγε στο παρατσούκλι της «Ψωροκώσταινας» σε εποχές
που έδεναν τα σκυλιά με τα… λουκάνικα, τώρα πια δεν έχουμε αλάνες, ούτε παρέες
παιδιών, ούτε κρυφτούλι και κυνηγητό, δυστυχώς ούτε φίλους.
Μας τύλιξε μια απέραντη μοναξιά,
πνιγόμαστε σε εθνική κατάθλιψη, αναιρούμε την ύπαρξή μας σε αριθμούς απίστευτους
για Έλληνες και Ελλάδα, δεν λέμε καλημέρα ή καλησπέρα, δεν κοιτάμε ψηλά, αλλά
ούτε καν σε επίπεδο ματιών τους ανθρώπους που έρχονται από απέναντί μας!..
Θεέ μου, τι κρίμα!..
Εντάξει, μη με μαλώνεις, παλιέ μου
συμμαθητή, γιατί εσένα δεν σε έχω απλά και μόνο καλό γείτονα και φίλο, σε
καμάρωνα πάντα γιατί ήσουν μερακλής, άτομο με ευαισθησίες, τεχνίτης πρώτος με
χέρια επιδέξια, και μη μου θυμώσεις που «βγάζω τα εν οίκω, εν δήμω» αφού
ονόματα ΔΕΝ λέω...
Δεν είναι πρόθεσή μου, σήμερα, να παραμυθιάσω
εσένα και τους καλούς παλιούς συμμαθητές, φίλους και γείτονες που, αφού κάνατε
το μεράκι σας επάγγελμα, σταδιοδρομήσατε όπως και εμείς, που πήγαμε σε
πανεπιστήμια και ΚΑΤΕΕ εντός και εκτός των συνόρων της πατρίδας μας.
Αντίθετα, καθώς μοιραζόμαστε το καφεδάκι
εδώ στην Αγγελάκη τώρα πια ΟΛΟΙ συνταξιούχοι, και μερικοί δυστυχως, απόμαχοι,
μετράμε ευρώ-ευρώ κουτσουρεμένες συντάξεις, μετράμε τα χρόνια που μας
παραμύθιαζαν πως θα γινόμασταν όλοι μας πλούσιοι, βλέπουμε ταλαιπωρημένους
άγνωστους συνανθρώπους να ανοίγουν τους σκουπιδοτενεκέδες και να ανασύρουν ό,τι
φαίνεται να έχει κάποια αξία…
Μαζί με τις ευχαριστίες μου για τη
συνέχιση της παρέας με καφεδάκι και την καλοσυνάτη φιλοξενία των απλών μου
σκέψεων και συναισθημάτων θέλω να σταθώ στο μεστό νοημάτων θέμα της προσπάθειας
να γεμίσουμε τη μοναξιά του σύγχρονου Έλληνα, να μετριάσουμε τη θλίψη, να
δώσουμε όσο μπορούμε μια αχτίδα ελπίδας στα παιδιά και στα εγγόνια μας…
«Επικοινωνώ, άρα… υπάρχω» ήταν ο τίτλος
της εκπομπής μου αεχές ργς δεκαετίας ρου 1990 στην ΕΡΤ-3, εκείνη όπου
προσπαθούσα για μερικά χρόνια να υπογραμμίσω (εάν μπορεί κανείς να υπογραμμίσει
τον προφορικό λόγο) ότι ο δρόμος προς τη μοναξιά είναι στρωμένος με υποσχέσεις
για ανεξαρτησία, αυτοδυναμία, προσωπική επάρκεια και αποκοπή από τον ομφάλιο
λώρο της «παρέας».
Ο δρόμος που μας υποσχέθηκαν και μας
έπεισαν να ακολουθήσουμε με τις γνωστές τακτικές «πλύσης εγκεφάλου» της
συγχορδίας των ΜΜΕ με περισσή δεξιοτεχνία μεγιστοποιούσε τη «δήθεν
απελευθερωτική» από την καταπίεση μικρόψυχη έννοια του ΕΓΩ ελαχιστοποιώντας τη
μεγαλόψυχη έννοια του ΕΜΕΙΣ…
Και δεχθήκαμε με την κλασική μας
καλοπροαίρετη ελληνοπρεπή αφέλεια την πλύση εγκεφάλου επιλέγοντας ως «παρέα»
όχι ανθρώπους και μικρά κατοικίδια ως εκπροσώπους της φύσης αλλά, με τη
σαγηνευτική μας τηλεόραση που τα κατάφερε να μας αποκοιμίσει «μοναχικούς», την
εικονική πραγματικότητα της «ανύπαρκτης» παρέας…
Στο πρόσφατο παρελθόν είχαν καταγραφεί
σχεδόν 72.000 συνάνθρωποί μας να ζούνε μοναχοί μόνο στο πολεοδομικό συγκρότημα
της… φτωχομάνας ενώ για την Αθήνα και το λεκανοπέδιο γενικότερα δεν τολμώ να
αναφέρω τους αριθμούς, γιατί είναι μαχαιριές στην ανθρώπινη καρδιά.
Και η ελληνική επαρχία μας, δυστυχώς, δεν
πάει πίσω!..
Μια γυάλα, ένα ενυδρείο, ένα μικρό ζωάκι
σίγουρα δεν ήταν και δεν θα μπορούσε να είναι τα πλέον επιθυμητά υποκατάστατα
του φίλου ή της παρέας, αλλά με τη απρόοπτη πανδημία και τη μοναξιά των «lock-down» τα
«κατοικίδια» πρσέφεραν μια λύση κόντρα στη μοναξιά.
Παλιέ μου συμμαθητή το λέω σε εσένα και όλη
την παρέα μας όπως το είπα σε άρθρο μου
που φιλοξενήθηκε ΕΔΩ την περασμένη εβδομάδα:
Κάποτε λέγαμε,
«δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι», αλλά τώρα πια προτείνω «κοίτα τον φίλο σου για να
καταλάβεις ποιος είσαι…».
Μπουχτίσαμε από άσφαλτο και πλακάκια
πεζοδρομίου και, νοσταλγικά, αναπολούμε
αλάνες, κρυφτούλι, τη μακριά γαϊδούρα, λάσπες στον δρόμο και τα σκυλιά
που τα έδεναν με… λουκάνικα.
Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω, και δεν θα
το συμβούλευα ακόμη και εάν είχαμε τη δυνατότητα πρόσβασης σε μια «μηχανή
χρόνου».
Πέρα από την ανέχεια, όχι τη σημερινή
«κακιά φτώχεια» στην Ελλάδα της τρόικας, που ξεπερνά τη στέρηση χρημάτων και
αφορά σε συναισθήματα, αξίες και πολιτισμό, στις δεκαετίες του ’50 και του ’60
η «παρέα», τα «κουτούκια» και τα «πάρτι ρεφενέ σε διαμερίσματα με μωσαϊκά» μας
κρατούσαν δεμένους στην πραγματικότητα της ζωής με σάρκα και οστά.
Ζούμε πια σε ένα «υπερχρεομένο» Κράτος, σε
μια ρημαγμένη οικονομία, σε έναν κόσμο που γέμισε πλαστικά και εικονική
πραγματικότητα ψηφιακής μορφής χωρίς σάρκα και οστά, χωρίς τη χαρά και τον πόνο
της ζωής, των ανθρώπινων συναισθημάτων, του έρωτα, της αγάπης, του
κουτσομπολιού.
Μου λένε, καλόπιστα θαρρώ, μερικοί να
γίνουμε βουλευτές και να πάρουμε εμείς τους θώκους εξουσίας…
Τους λέω να το ξεχάσουνε, δεν μας
επέτρεψαν να γίνουμε όταν ήμασταν νέοι και τώρα πια ευτελίστηκε αυτός ο ρόλος!…
Ελάτε να
ξαναγίνουμε φίλες και φίλοι ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟΙ!…
Συγκάτοικοι, συμπολίτες,
συνοδοιπόροι, συμμέτοχοι στις χαρές και τις λύπες του γείτονα…
Να ξαναγίνουμε ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ!…
Να πλημμυρίσει η Ελλάδα με φιλέλληνες!..
Να ανασκουμπωθούμε και αφού
«χαστουκίσουμε» όπως πρέπει τους εαυτούς μας, ας ΑΠΑΞΙΩΣΟΥΜΕ καθοριστικά εκείνους
και εκείνες που, με τη δική μας ανοχή και σιωπηρή συναίνεση, απεργάστηκαν αυτή
την ανιστόρητη «κατάντια» μας.
Στις επόμενες
ΕΚΛΟΓΕΣ να τους εμποδίσουμε να συνεχίσουν να μας καταποντίζουν με ψέματα και
μισές αλήθειες στον σύγχρονο Καιάδα της διεθνούς ανυποληψίας
---------------------------------------------------
*O Γιώργος Πιπερόπουλος, Δρ Κοινωνιολογίας - Ψυχολογίας,
είναι Επίτιμος Καθηγητής Μάνατζμεντ και
Μάρκετινγκ στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham, συνταξιούχος καθηγητής
Μάνατζμεντ, Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και πρώην Πρόεδρος του Τμήματος
Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου