ΣΙΝΕ

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

Ο ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ και Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ : Οι Πόντιοι πρόσφυγες των Γρεβενών Α. ΟΙ ΔΙΩΞΕΙΣ & Ο ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ των Ελλήνων του Πόντου.

Στις πρώτες τρείς δεκαετίες του 20ου αιώνα η Ελλάδα ήταν αναγκασμένη να δέχεται, κατά συχνά διαστήματα, μαζικά προσφυγικά ρεύματα τα οποία ήταν ανά χρονιά τα εξής : Το 1906, το 1913 και το 1919 για τους πρόσφυγες από... τη Βουλγαρία, το 1914 για τους Έλληνες που διώχτηκαν από τη Θράκη και τη Μ. Ασία, το 1920 για τους ομοεθνείς που εγκατέλειψαν τη Ρωσία μετά την επικράτηση του κομμουνισμού.

Το σύνολο των προσφύγων όλων των παραπάνω περιπτώσεων υπολογίζεται γύρω στις 500.000 άτομα.

Τα προσφυγικά, όμως, αυτά ρεύματα δεν μπορούν να συγκριθούν με την προσφυγιά του Μικρασιατικού Πολέμου και, κυρίως, της Μικρασιατικής Καταστροφής, ούτε στον όγκο των προσφυγικών πληθυσμών, ούτε και στην ποιότητα των προγραμμάτων αποκατάστασης.

Η μετακίνηση τόσων τεράστιων πληθυσμών (1.221.849 άτομα) μέσα σε τόσα λίγα χρόνια (1921-1924) δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία των λαών.

Ειδικά για την τελευταία περίοδο (1921-1924), αν διαβάσουμε καλύτερα τα γεγονότα και την ιστορία αποκαλύπτεται ότι ενώ επισήμως η ανταλλαγή των πληθυσμών έπρεπε να ξεκινήσει την 1η Μαίου 1923, με βάση τη «Σύμβαση της Ανταλλαγής», το μεγαλύτερο μέρος των μετακινούμενων πληθυσμών έγινε ενωρίτερα και μάλιστα κάτω από μία καλοσχεδιασμένη πολιτική της Τουρκίας που περιελάβανε : Διώξεις, Εκβιασμούς, Τρομοκρατία, Εκτελέσεις, Σφαγές, Πυρπολήσεις, Βίαιες Εκτοπίσεις, Μαζικές Δολοφονίες.

(Ο αγροτικός ταχυδρομικός διανομέας Νικόλαος Κ. Δόρτσιος στον προσφυγικό οικισμό στην Κιβωτό Γρεβενών για την εβδομαδιαία αλληλογραφία την δεκαετία του 1920. Αρχ. Κ. Δόρτσιου – Δημοσιεύθηκε στην Ιστοριογραφημένη έκδοση  «ΟΡΟΣΗΜΑ», 2007).

Είναι με άλλα λόγια η Γενοκτονία των Ποντίων και παράλληλα για όσους απέμειναν είναι η μαζική βίαιη έξοδος από τις πατρογονικές τους εστίες προς Δυτικά, σε όποιο λιμάνι ή προορισμό έβρισκαν πρόσφορο καταφύγιο, υπό την απειλή της επι τόπου εξόντωσης.  Εδώ, θα μιλήσουμε για την δεύτερη περίπτωση.

Συγκεκριμένα, μέχρι το Μάρτιο του 1923 είχαν καταφύγει στον ελλαδικό χώρο γύρω στους 1.150.000 πρόσφυγες: 1.040.000 Έλληνες, 100.000 Αρμένιοι, 1.000 Σύροι, 9.000 Κιρκάσιοι.

Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι, τόσο βίαιος ήταν ο ξεριζωμός, ώστε σε λιγότερο από μήνα μετά την καταστροφή, δηλ. ως τις 20 Σεπτ. 1922, κατέφυγαν σε διάφορες περιοχές της χώρας, 448.800 άτομα (από Μ. Ασία και Αν. Θράκη). Εξάλλου, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εξωτερικών, οι πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Ελλάδα, από τον Αύγουστο μέχρι και το β' 10/μερο του Οκτωβρίου 1922, ανέρχονται σε 808.320 άτομα. Πολύ σύντομα έφτασαν άλλοι 100.000.

Απ 'αυτούς, οι 500.000, τουλάχιστο, είχαν την ανάγκη άμεσης κρατικής περίθαλψης. Εννοείται ότι το κράτος δε διέθετε ούτε φάρμακα, ούτε επαρκή άλευρα, που αποτελούν βασικά στοιχεία διατροφής και περίθαλψης. Ο αριθμός αυτός των 900.000, περίπου, ατόμων μέσα στο 1ο μόνο 2/μηνο του 1923 ανεβαίνει σε 1.150.000.

Σ' αυτούς πρέπει να προσθέσουμε και τους 435.000 ξεριζωμένους της περιόδου

1912-1920, αλλά και όσους αναμένονταν να φτάσουν από τα διάφορα λιμάνια και τα βάθη της Μ. Ασίας, γύρω στα 214.000 άτομα.

Μετά άρχισε και η επίσημη ανταλλαγή των πληθυσμών !

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα με κανονικές

διαδικασίες δεν ξεπερνούν το 20% εκείνων που διώχθηκαν βίαια από τις εστίες τους (214.000 άτομα έναντι των 1.150.000).

Εννοείται ότι οι ξεριζωμένοι Έλληνες είχαν το πλεονέκτημα ότι κατάφεραν να σωθούν από τις βίαιες εκτοπίσεις και ομαδικές εξοντώσεις στα βάθη της Ασίας. Σε σύγκριση, επομένως, με το σύνολο των Ελλήνων του μικρασιατικού και θρακικού χώρου, εξοντωμένων και ξεριζωμένων, οι 214.000 αντιπροσωπεύουν πολύ μικρότερο ποσοστό.

Αρκεί  να έχουμε υπόψη ότι, μέσα σε 8 μόνο μέρες, από 30 Μαΐου ως 8 Ιουνίου 1914, εκτοπίστηκαν από Μ.Ασία, Πόντο και Αν. Θράκη, 727.286 άτομα, ενώ στη διετία 1915-16 εξοντώθηκαν στο εσωτερικό της Μ. Ασίας 240.000 ψυχές.

Κι όλα αυτά, πριν από τα γνωστά εγκλήματα της Κεμαλικής περιόδου, 1919-1921.

 Ο παρακάτω πίνακας δείχνει, χοντρικά, την εικόνα των προσφυγικών ρευμάτων που κατέκλυσαν την Ελλάδα:

 Περίοδος                     Αριθ. Προσφύγων                   Τρόπος αναχώρησης

 α) 1912-1920                           435.000                        Ξεριζωμός

β) Μέχρι τέλη 1922                  900.000                       Ξεριξωμός

γ) Μέχρι Μάρτιο 1923             1.150.000                     Ξεριζωμός

δ) μέχρι Σεπτ. 1924                 214.000                        75.500 με Ξεριζωμό, & 138.500 με Ανταλλαγή

 
(φωτ. Ο ιερέας Χαρ. Μωυσιάδης, κρατώντας σφιχτά κάποιο προσωπικό του κειμήλιο, στο χωριό του στην Τραπεζούντα της Μικράς Ασίας με τον γιό του Κώστα περί το 1915. Αρχ. Μιχ. Μωυσιαδη – Δημοσιεύθηκε στην εκδ. ΟΡΟΣΗΜΑ, 2007, σελ. 236).
 

Β. ΟΙ ΠΟΝΤΙΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΟΥ Ν. ΓΡΕΒΕΝΩΝ

1.  Στοιχεία Πληθυσμών ανά χωριό

Το έτος 1920 από τους 113 οικισμούς του Νομού Γρεβενών οι καθαροί μουσουλμανικοί οικισμοί ήταν ένδεκα (11) οι εξής : Αγαλαίοι, Κέντρο, Νησί, Ποντινή, Πηγαδίτσα, Ανάβρυτα, Κάστρο, Κυρακαλή, Κιβωτός, Βατόλακκος, Μυρσίνα.

Μικτοί οικισμοί ήταν οκτώ (8) : Γρεβενά, Έλατος, Σύδενδρο, Κληματάκι, Άγιος Γεώργιος, Μηλιά, Κοκκινιά, Mεγάλo Σειρήνι.

Οι καθαρά χριστιανικοί (ελληνι­κοί) ήταν οι υπόλοιποι ενενήντα (94). Το 1924 αυτοί, οι τελευταίοι, αυξάνονται κατά (8), με τους νεοδημιουργημένους από τους Μικρασιάτες πρόσφυγες : Λαγκαδίκια, Μικροκλεισούρα, Παλιοκνίδη, Πευκάκι ή Κολοκυθάκι, Αγάπη, Ελάφι, Καλαμίτσι Προσφύγων, Ελεύθερο Προσφύγων. Και έτσι συνολικά γίνονται 121.

 Ως το 1925 ζούσαν στο Νομό Γρεβενών και μουσουλμανικοί πληθυ­σμοί, οι λεγόμενοι Βαλαάδες, από τη συχνή χρήση της τούρκικης λέξης Vallaha (= μα το Θεό), στους όρκους τους και Φούτσηδες από τη συχνή χρήση της λέξης φούτσι μ’ (=αδελφούτσ’ μ).

Ήταν γνήσιοι Έλληνες που εξισλαμίστηκαν ήδη από το 1670. Κυρίως όμως έγιναν ύστερα από τα «Ορλωφικά» επι σουλτάνου Χαμίτ Α΄ (1774-1789) και του διαδόχου του Σελίμ Γ΄(1789-1807) δηλαδή επί εποχής Αλή Πασά. Κατά της διώξεις του ο Αλή Πασάς μετέτρεπε ολόκληρα χωριά σε τσιφλίκια οπότε οι κάτοικοι αναγκάζονταν για να σωθούν να ασπαστούν τον ισλαμισμό με αποτέλεσμα κεφαλοχώρια με μεγάλη ανάπτυξη και πλούσια κοινοτική ζωή παραχωρούνταν σαν τσιφλίκια σε Τουρκαρβανίτες παίρνοντας και τον τίτλο του Μπέη ή του Aγά. Κατοικούσαν στα μεγάλα διόρροφα σπίτια τα επωνομαζόμενα κούλιες (τουρκ. Kule=πύργος). Για παράδειγμα η Καλλονή αποτέλεσε τσιφλίκι ενός Τουρκαλβανού Σαλή-Μπέη.

2. Πρόσφυγες & Οικισμοί κατά την Μικρασιατική καταστροφή

Στα 1923 είχαμε στα Νομό Γρεβενών (11) αμιγή μουσουλμανικά χω­ριά (Αγαλαίοι με 85 κατοίκους, Κέντρο με 260, Νησί με 200, Ποντινή με 500, Πηγαδίτσα με 418, Κάστρο με 246, Ανάβρυτα με 212, Κυρακαλή με215, Κιβωτός με 897, Βατόλακκος με 381, Μυρσίνα με 385) και 8 μικτά (Άγιος Γεώργιος με 400 μουσουλμάνους και 419 Έλληνες, Κληματάκι με 300 και 116 αντίστοιχα, Μηλιά  με 15 και 190, Μεγάλο Σειρήνι με 100 και 344, Γρεβενά με 200 και 2908, Σύδενδρο με 180 και 387, Κοκ­κινιά με 200 και 259, Έλατος με 225 και 191).

Στον Νομό Γρεβενών υπήρχαν 5.419 μουσουλμάνοι, 3.799 στους αμιγείς συνοικισμούς και 1.620 στους μικτούς.

Συνολικά, μωαμεθανοί κατοικούσαν σε 19 οικισμούς στα Γρεβενά και σε 28 στα Βόιο.

Το 1920 ο συνολικός μουσουλμανικός πληθυ­σμός του Νομό Γρεβενών ανερχόταν σε 5.632 άτομα, ο ελληνικός σε 29.511 και ο συνολικός σε 35.143.

Το 1923 ο μουσουλμανικός σε 5.419 άτομα, ο ελληνικός σε 29.724 δηλ. συνολικά 35.143 άτομα (αμετάβλητος).

Κατά την απελευθέρωση δηλ. το 1912 οι Μουσουλμάνοι ήταν 4.702 άτομα, οι Έλληνες 25.530 δηλ. συνολικά 30.232 άτομα.  

Τα χωριά Τόριστα, Αγαλαίοι, Βέντζι, Νεσινίκος, Πηγαδίτσα, Κουμπλάρι στις αρχές του 20ου αιώνα είχαν μόνο Βαλαάδες εκτός από τους Aγαλαίoυς, στους οποίους το 1903 αναφέ­ρονται και Bαλαάδες.  

Μουσουλμάνοι κατοικούσαν παλιότερα και στους Μαυραναίους οπότε και μετοίκισαν στην Πηγαδίτσα από όπου έδιωξαν ντόπιους που ήρθαν στους Μαυραναίους.  

Στο Συνέδριο της Λωζάνης το 1923 όταν ετέθη το θέμα ανταλλαγής των πληθυσμών κρίθηκε σκόπιμο να ερωτηθούν και οι ίδιοι οι Βαλαάδες. Τότε συγκεντρώθηκαν στα τζαμιά τους και αποφάσισαν να μείνουν αλλά το αίτημά τους δεν έγινε δεκτό και ούτε υποστηρίχθηκε από κάποιους. Ο Σοφ. Εταιρίδης στο βιβλίο του «Ιστορία των Ποντίων Γρεβενών» αναφέρει ότι δύο οικογένειες παρέμειναν και δεν έφυγαν, πράγμα που προξενεί απορία και θέμα για ιστορική έρευνα περαιτέρω, για το πώς αυτό επετράπη ή πως έγινε από τις οικογένειες κατορθωτό, καθότι αναφέρεται στην ιστορία γενικά, ότι δεν υπήρξε καμία παραμονή και η τήρηση της συμφωνίας ανταλλαγής ήταν αυστηρότατη.

Έφυγαν περίπου 20-22 χιλιάδες άλλοι το 1924 και άλλοι το 1925. Ήδη πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία εγκαταθίστανται στα Γρεβενά σε οικισμούς όπου υπήρχαν και Βαλαάδες.

Το 1915 εγκαταστάθηκαν 64 οικογένειες με 300 άτομα, το 1923 318 οικογ. και μέχρι το τέλος του 1925 συνολικά 1.961 οικογένειες με 6.589 άτομα εγκαταστάθηκαν στη περιοχή.

Το 1926 έχουμε συνολικά 1.853 οικογένειες : 9 από την Αν. Θράκη, 1.460 από τον Πόντο, 353 από την υπόλοιπη Μ. Ασία και 31 από διάφορες άλλες περιοχές.

Ο φιλόλογος καθηγητής Γυμνασίου Γρεβενών Β. Αναστασιάδης αναφέρει ότι οι περισσότερες οικογένειες ήταν αρμενικές από τις οποίες αρκετές εγκαταστάθηκαν στο Κάστρο, στα Ανάβρυτα, έξι στην Πηγαδίτσα και μία στο Κέντρο. Αλλά ύστερα από λίγο καιρό έφυγαν από το Νομό. Το 1928 ο προσφυγικός πληθυσμός του Νομού ανέρχονταν σε 42.397 κατοίκους σύμφωνα με τον ίδιο.

3. Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ και η τελική εγκατάσταση τους

Από τους (35) προσφυγικούς οικισμούς οι (11) είναι αμιγείς, ποντιακοί, που κατάγονται στην πλειονότητά  τους από τα χωριά του Ακ-Νταγ-Μαδέν και λίγοι από την Τραπεζούντα και Κερασούντα και από άλλες περιοχές της Μ. Ασίας και μιλούν την ποντιακή διάλεκτο.

Σε (20) οικισμούς εγκαταστάθηκαν μικτοί πληθυσμοί, από διάφορα μέρη της Μ. Ασίας και μιλούν ποντιακά, Καππαδοκικά (ελάχιστοι) και τούρκικα. Σε (3) εγκαταστάθηκαν μόνο Τουρκόφωνοι και σε έναν, στο Δοξαρά, μόνο Καππαδόκες από το Τσουχούρι των Φαράσων της Καππαδοκίας και μιλούν το νεοελληνικό Φαρασιώτικο γλωσσικό ιδίωμα της Καππαδοκικής διαλέκτου. (βλ. σχετικό Πίνακα).


(Πίνακας με τους οικισμούς της περιοχής Γρεβενών, σε τέσσερις κατηγορίες με τον τόπο εγκατάστασης, τον τόπο καταγωγής και τη γλώσσα τους. Δημοσιεύθηκε στην έκδοση ΟΡΟΣΗΜΑ, 2007 του Αλέξ. Τζιόλα με βάση στοιχεία και του καθ. Β.Κ.Αναστασιάδη).

4. Οι Τούρκοι καταπατούν με την βία κάθε δικαίωμα 

Οι ανταλλάξιμοι Μουσουλμάνοι αναχώρησαν κανονικά, άλλοι με διαβατήρια και άλλοι με διαδικασίες ανταλλαγής, όπως προέβλεπε η Σύμβαση. Η αναχώρηση

τους αρχίζει τέλη του 1923 και ολοκληρώνεται τον Ιούλιο του 1924. Είχαν, μάλιστα, και το πλεονέκτημα να προλάβουν την εκτίμηση και κατοχύρωση των περιουσιών τους. Δόθηκε μάλιστα και η σχετική ερμηνεία στο άρθ.8 της συνθήκης Ανταλλαγής που καθόριζε : «Οι Μουσουλμάνοι μπορούν να πάρουν μαζί τους ό,τι και όσα θέλουν από την κινητή περιουσία τους. Όσα, όμως, δεν μπορούν να πάρουν, δεν έχουν δικαίωμα να τα πουλήσουν, αλλά είναι υποχρεωμένοι να τα αφήσουν στο κράτος, από το οποίο αναχωρούν. Μόνο έτσι θα έχουν κάποιο όφελος και οι αναμενόμενοι πρόσφυγες.».

Μέσα σε τέτοιο κλίμα εύνοιας και προστασίας στην Ελλάδα, αρκετοί από τους Μουσουλμάνους, εν όψει της αναχώρησης τους, αρνούνται να αναγνωρίσουν και να ξοφλήσουν τα χρέη τους, ενώ άλλοι φτάνουν μέχρι και το σημείο, σε καταστάσεις που υποβάλλουν για αποζημίωση της επιταγμένης περιουσίας τους, να συμπεριλαμβάνουν ακόμη και τα ζώα που οι ίδιοι εν τω μεταξύ είχαν πουλήσει.

Αντίθετα με ότι συμβαίνει στην χώρα μας, στην Τουρκία, εκτός του ότι οι ανταλλάξιμοι Έλληνες διώχνονται βίαια από τις εστίες τους. Επιπλέον οι όμηροι εξακολουθούν να κρατούνται σε τούρκικες φυλακές στο εσωτερικό τηε, παρά το άρθρο 4 της Σύμβασης που προέβλεπε την άμεση απελευθέρωση και αποστολή τους στην Ελλάδα. Η κατάσταση που εξελίχθηκε σε πρωτοφανείς συνθήκες βίας, απειλών και σφαγών, πέρασε στην ιστορία ως ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ.

5. Τα στάδια ανταλλαγής

Κατά το 1ο στάδιο της ανταλλαγής (Ιαν. - Μάιος 1924) αποφασίστηκε να αναχωρήσουν: α) από τις περιοχές Καϊλαρίων και Κοζάνης: 18.000 Μουσουλμάνοι,

β) από τις περιοχές Ανασελίτσας, Γρεβενών, Καστοριάς και Σερβίων: 36.000.

Δέκα μέρες αργότερα (27 Φεβρ. 1924), η Μ.Ε.Α.Π.  (Μικτή Επιτροπή Αποκατάσταση Προσφύγων) ζητεί από τον Πρωθυπουργό να εξασφαλιστούν οι προβλεπόμενες (άρθρο 16 της Σύμβασης) εγγυήσεις για μια τέτοια μαζική μετακίνηση.  

Τελικά ως το Μάιο του 1924 η υποεπιτροπή Κοζάνης κατάφερε να στείλει στην Τουρκία μόνο 27.500 Μουσουλμάνους, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε ο εκπρόσωπος της ΜΕΑΠ Φλωρίδης. Εξάλλου, με απόφαση της ΜΕΑΠ, όλοι οι Μουσουλμάνοι της Δυτ. Μακεδονίας έπρεπε να προωθηθούν στο λιμάνι της Θεσ/νίκης.

Στο 2ο στάδιο της Ανταλλαγής (Μάιος - Ιούλιος 1924) η αναχώρηση, κατά περιοχές, κλιμακώθηκε για τις περιοχές :

Ανασελίτσα – Σόροβιτς (Αμύνταιο)- Καστοριά-Καιλάρια-Κοζάνη -Φλώρινα το 1924 ως εξής : Μάιο 14.000 ατ., Ιούνιο 20.500 ατ. , Ιούλιο 32.390 ατ. = Γενικό Σύνολο 66.890 άτομα.

Στους Μουσουλμάνους που ανταλλάχθηκαν περιλαμβάνονται και οι Βαλαάδες των επαρχιών Ανασελίτσας και Γρεβενών. Γι 'αυτούς, αρχικά, δεν ήταν σίγουρο, αν έπρεπε να ανταλλαγούν. Τελικά, όμως, κρίθηκαν ανταλλακτέοι, παρά την αντίδραση των ιδίων και ορισμένων παραγόντων.

Οι Μουσουλμάνοι Αλβανικής καταγωγής δεν υπάγονταν στην Ανταλλαγή και γι’  αυτούς ακολουθήθηκε άλλη διαδικασία.

Στα Γρεβενά (χωρίς της Ανασελίτσα) πριν την ανταλλαγή εκτιμάται ότι υπήρχαν 3.799 κάτοικοι σε αμιγή χωριά, 1.620 κάτοικοι σε μικτά χωριά δηλ. σύνολο 5.419 κάτοικοι.

Στην Ανασελίτσα : εκτιμάται ότι υπήρχαν 3.475 κάτοικοι σε αμιγή χωριά, 3.160 κάτοικοι σε μικτά χωριά δηλ. σύνολο 6.635 κάτοικοι.

Η αφίξεις και οι καταγραφές των προσφύγων που έφτασαν στην περιοχή μας καταγράφηκαν ανα χρονιά και ανάλογα με την πρόοδο και την δυνατότητα ως εξής :

Το 1922 σε πρόχειρη καταγραφή δηλώνεται ότι στο Νομό Κοζάνης έχουν εγκατασταθεί 6.030, ενώ στο Νομό Φλώρινας 3.746, μόνο, άτομα (σε σύνολο 862.110 προσφυγών όλης της χώρας).

Τον Απρίλιο του 1923 που έγινε η πρώτη απογραφή των προσφύγων αναφέρεται ότι στην περιοχή :  Ανασελίτσας +Γρεβενών = 1.102 άτομα.

Όμως το  1925, οπότε έχει πια ολοκληρωθεί η Ανταλλαγή συγκεντρωτικά αναφέρονται για την περιοχή μας :

Γρεβενά : 34 οικισμοί, 6.589 πρόσφυγες,   (ντόπιοι 36.500).

Ανασελίτσα : 34 οικισμοί, 5.291 πρόσφυγες,   (ντόπιοι 29.200).

Σύνολο στη Δυτ. Μακεδονία: 242 οικισμοί (142 αμιγείς και 100 μικτοί), 72.962 πρόσφυγες (οικογένειες: 18.656).

Στη Δυτ. Μακεδονία, σύμφωνα με την ευρύτερη οργάνωση της Ε.Α.Π. (Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων), λειτουργούσαν τέσσερα Γραφεία Εποικισμού με έδρες: 1) τη Φλώρινα, 2) την Καστοριά, 3) την Πτολεμαΐδα, 4) την Κοζάνη.

Στο Γραφείο Εποικισμού Κοζάνης υπάγονταν : 1) Δρέπανο, 2) Πολύμυλο, 3) Ροδίτης, 4) Βαθύλακκος, 5) Βατερό, 6) Κοσκινιά, 7) Ρέντα, 8) Λειψίστα, 9) Τσοτΰλι, 10)  Κιβωτός, 11) Δοβράντοβο (Βατόλακκος), 12) Γρεβενά, 13) Ποντινή, 14) Καρπερό.

Οι πρόσφυγες που ξεκίνησαν από την Καππαδοκία, πολλοί εκ των οποίων έφθασαν στα Γρεβενά ακολούθησαν την πορεία: Ερεγλί – Ουλούκισλα – Μερσίνα.

6. Η εγκατάσταση και τα προβλήματα στην νέα πατρίδα

Και ενώ στη χώρα έκλεισε το κεφάλαιο που κάλυπτε το πολιτικό μέρος της Μικρασιατικής Καταστροφής (δίκη των 11), το κοινωνικό-οικονομικό μέρος των προσφυγικών πληθυσμών άρχιζε από τη στιγμή εκείνη και μετά.

Για τον σκοπό αυτό η κυβέρνηση ίδρυσε το «Ταμείον Περιθάλψεως Προσφύγων», που ήταν ο πρώτος φορέας αποκατάστασης των προσφύγων.

Σημαντική ήταν και η συμπαράσταση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και των φιλανθρωπικών εταιρειών, ο μεγαλύτερος αριθμός των οποίων είχε ξένη προέλευση, όπως ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός, ο Σουηδικός Ερυθρός Σταυρός, η American Near East Relief, η American Womens Hospitals, η αγγλική εταιρεία Save The Childrens Founds, η All British, η Franscais Aux Victimes Du Proche-Orient και άλλες.

Ο μικρασιατικός ελληνισμός, υπερήφανος και στις τραγικές του στιγμές, δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια, δεν αρκέστηκε στα ψίχουλα της πολιτείας, δεν εκμεταλλεύθηκε την εσωτερική και εξωτερική φιλανθρωπία. Η σκληρή πραγματικότητα του πολιτικού κλίματος της μεταμικρασιατικής καταστροφής

τον έριξε αμέσως στη δουλειά, στη δράση: «Έχοντας τις αρετές του Ελληνισμού στην καλύτερη μορφή τους, την αντοχή στα δεινά και τους κόπους, τη δύναμη της προσαρμογής σε κάθε κατάσταση, την αγάπη στην εργασία και την πρόοδο, την τιμιότητα και την εξυπνάδα βάλθηκε από τον πρώτο καιρό κιόλας της προσφυγιάς του να κρατηθεί στα πόδια του, να σταθεί με το κεφάλι ψηλά, με αξιοπρέπεια και ευγένεια».

Η συντριπτική πλειονότητα του προσφυγικού πληθυσμού, δηλαδή 638.253 άτομα (ποσοστό 53%), εγκαταστάθηκε στη Μακεδονία, αρχικά κυρίως στις περιοχές που εγκατέλειψαν οι ανταλλάξιμοι μουσουλμάνοι.

Τα κύρια προβλήματα που αντιμετώπισε το κράτος την πρώτη περίοδο ήταν η επισκευή των εγκαταλειφθέντων οικισμών από τους τουρκικούς και βουλγαρικούς πληθυσμούς, η ανέγερση νέων οικιών και οικισμών, η κατασκευή συγκοινωνιακών έργων, η διανομή γεωργικών κλήρων στους γεωργούς πρόσφυγες και ο εφοδιασμός τους με τα στοιχειώδη εργαλεία και τους γεωργικούς σπόρους για την καλλιέργεια των κτημάτων.

Οπωσδήποτε πρέπει να τονισθεί ότι υπήρχαν και επιπρόσθετα προβλήματα που σχετίζονταν: με την συμπεριφορά των ντόπιων πληθυσμών (αποδοχή ή δυστροπία) καθώς και με τις δημόσιες υπηρεσίες υποδοχής και εξυπηρέτησης των υπαλλήλων τους όπου διαπιστώθηκαν πολλά έκτροπα, σκάνδαλα και υποθέσεις ακόμη και του ποινικού δικαίου.

Τα έξοδα αυτά της πρώτης περιόδου αντιμετωπίσθηκαν με χρήματα του ελληνικού κράτους που εξοικονομήθηκαν κυρίως από την έκδοση εσωτερικών δανείων. Όμως η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε οικονομικά πια να συνεχίσει το έργο της αποκατάστασης των προσφυγικών αναγκών χωρίς οικονομικά κεφάλαια από το  εξωτερικό: Για τον σκοπό αυτό η Ελλάδα ζήτησε τη μεσολάβηση της Κοινωνίας των

Εθνών προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα για την αποκατάσταση των προσφύγων. Η Κοινωνία των Εθνών, έκανε δεκτή την πρόταση της Ελλάδας, αφού πρώτα  γνωμοδότησαν για την αναγκαιότητα του δανείου οι δύο επιτροπές που συγκρότησε για τον σκοπό αυτό. Θετικό ρόλο έπαιξε και η περίφημη έκθεση του Nansen για την ανάγκη αποκαταστάσεως των προσφύγων.

Η αντιμετώπιση των μεγάλων αυτών προβλημάτων επέβαλε την ανάγκη να  εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι (πέρα από τις έκτακτες και προαιρετικές  εισφορές), προκειμένου να μπεί σε συστηματική βάση η πολιτική της προσφυγικής  αποκατάστασης. Και επειδή η Ελλάδα ήταν οικονομικά εξαντλημένη από το Μικρασιατικό Πόλεμο, έπρεπε, αναγκαστικά, να αναζητηθεί η λύση των δανείων.

Πράγματι, με τη μεσολάβηση της Κ.Τ.Ε., συνάπτονται, σε αγγλικές και αμερικανικές τράπεζες, τα γνωστά προσφυγικά δάνεια του 1924,1926 και 1929, συνολικού καθαρού ύψους 12.973.053 Λίρες Αγγλίας με επιτόκια 4%, 7% και 8%. Οι όροι, βέβαια, ήταν επαχθέστατοι.  

Η διαχείριση του δανείου, ύστερα από πρόταση της Κοινωνίας των Εθνών που έγινε αποδεκτή από την ελληνική κυβέρνηση, ανατέθηκε στον αυτόνομο και ανεξάρτητο οργανισμό που συστήθηκε βάσει του πρωτοκόλλου της 28ης Σεπτεμβρίου  1923 της Γενεύης με τον τίτλο: Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π.).

Την διοίκηση της Ε.Α.Π., αποτελούμενη από τέσσερα μέλη, ανέλαβαν δύο Έλληνες και δύο ξένοι, ο ένας υποχρεωτικά Αμερικανός, ως πρόεδρος και ο άλλος Άγγλος ως αντιπρόεδρος. Πρώτος πρόεδρος της Ε.Α.Π. διορίστηκε ο Αμερικανός διπλωμάτης Η. Morgen Than, ο οποίος πραγματικά αφιέρωσε ένα μέρος της ζωής του για την τύχη του ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Τα πρώτα μέλη της Ελληνικής Επιτροπής ήταν ο Σ. Δέλτα και ο Αργυρόπουλος.

Το ελληνικό δημόσιο παραχώρησε αρχικά στην Ε.Α.Π. έκταση 5.000.000 στρεμμάτων για την πραγματοποίηση του έργου της αποκαταστάσεως.

Οι εκτάσεις αυτές προέρχονταν από τα δημόσια κτήματα, από την απαλλοτρίωση και την επίταξη ιδιωτικών κτημάτων βάσει της αγροτικής μεταρρύθμισης και από τις ιδιοκτησίες των μουσουλμάνων, οι οποίοι μετακινήθηκαν στη Μικρά Ασία.

Τα 2/3 των εξόδων της Ε.Α.Π. δαπανήθηκαν στη Μακεδονία με αποτέλεσμα ν’ αλλάξει ριζικά η περιοχή.

Η Ε.Α.Π. εργάσθηκε επτά ολόκληρα χρόνια, ως τις 31 Δεκεμβρίου 1930. Στο διάστημα αυτό, παρ’ όλες τις αδυναμίες της, κατόρθωσε ν’ αποκαταστήσει 650.000 περίπου πρόσφυγες, παρά τις συγκρούσεις που είχε πολλές φορές με κυβερνητικά και κομματικά στελέχη.

Μόνο στη Μακεδονία αποκαταστάθηκαν ως αγρότες μέχρι την 1η Ιανουαρίου του 1929, 330.810 από τους 446.094 πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της.

Συγκεκριμένα στην περιοχή μας αποκαταστάθηκαν: Στην Κοζάνη, σε 133 συνοικισμούς 8.018 οικογένειες. Σύνολο ατόμων 30.213.

Όλες οι διευκολύνσεις παραχωρήθηκαν υπό τύπον δανείων στους πρόσφυγες, οι οποίοι και τις εξόφλησαν στο ακέραιο, με μικρές τοκοχρεωλυτικές δόσεις προς 13% (8% τόκος και 5% για έξοδα διαχείρισης). Κι όμως, παρά τα ελάχιστα τεχνικά μέσα που διέθεταν οι πρόσφυγες, χάρις στην εργατικότητα και την επιμονή τους κατόρθωσαν μέσα σε λίγα  χρόνια να μεταμορφώσουν τις βραχώδεις και άνυδρες εκτάσεις σε γη της επαγγελίας. Παντού, όπου εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες, οι καλλιέργειες διαφοροποιήθηκαν. Η εκτατική καλλιέργεια αντικαταστάθηκε από την εντατική, η μονοκαλλιέργεια από την ποικίλη καλλιέργεια.

Η αλλαγή μεθόδων και μέσων, για καλύτερη αξιοποίηση της γης, έδωσε τρομακτική ώθηση στην επέκταση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και στην αύξηση της  αγροτικής παραγωγής. Το 1921 στη Μακεδονία υπήρχαν 2.683.840 στρέμματα καλλιεργούμενες εκτάσεις. Το 1931 υπερδιπλασιάστηκαν.

Το 1924, παράλληλα με το κράτος, άρχισε να εργάζεται για τη λύση του στεγαστικού προβλήματος και η Ε.Α.Π. η οποία ως τα τέλη του 1928 ίδρυσε 93 αστικούς συνοικισμούς σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Στη Μακεδονία είχαν ήδη χτισθεί 1.274 κατοικίες. 

Οι διανομές αγροτικής γης ξεκίνησαν άμεσα με ειδικά συνεργεία. Σε πολλές περιοχές τελείωσαν σχετικά γρήγορα (όπως Αγ. Γεωργίου, Ασπρόκαμπου, Βατόλακκου, Κιβωτού, Μερσίνας το 1933) ενώ σε άλλες τελείωσαν μετά τον Β΄ πόλεμο (όπως Μεγ. Σειρήνι 1951, Πηγαδίτσα 1953). Τα προβλήματα που ενέσκηψαν  περιπλέκονταν ακόμη περισσότερο, γιατί ανάμεσα σ' αυτούς που οικειοποιήθηκαν μουσουλμανικά ακίνητα ήταν και πολλοί επιτήδειοι (αξιωματούχοι, διάφοροι προσφυγοπατέρες, εβραίοι ή ντόπιοι έμποροι, «νέοι» κοτσαμπάσηδες, αστοί πλούσιοι της εποχής τουρκοκρατίας με νέες διασυνδέσεις στο κράτος κλπ), οι οποίοι κατόρθωσαν να αγοράσουν, με λίγα χρήματα, τεράστια αστικά οικόπεδα σε κεντρικές θέσεις ή εξοχικά μέρη. Στη συνέχεια, βιάστηκαν να τα χτίσουν ή να τα περιφράξουν. Ορισμένοι, μάλιστα, έμποροι έσπευσαν να τα μεταπουλήσουν σε φίλους, ή συγγενείς τους.

Μάλιστα υπήρξε ειδική αναδρομική ρύθμιση (ονομάστηκε «9η Δήλωση» της 24 Ιουλίου 1923) οι οποία έγινε ειδικά για όσους Τούρκους έφυγαν μετά τις 18/10/1912 ή έμεναν εκτός Ελλάδας, ότι αυτοί είναι Τούρκοι υπήκοοι και ότι διατηρούν το δικαίωμα της ελεύθερης διάθεσης των περιουσιών τους.

Ειδικότερα στη περιοχή Γρεβενών, η κατάσταση των μουσουλμανικών κτημάτων που μπήκαν σε αυτή την ρύθμιση ήταν :

Γρεβενά : 11 αστικά κτήματα και 114.791 στρέμματα γης.

Ανασελίτσα : 80 αστικά κτήματα και 27.593 στρέμματα γης.

Με αυτή την ρύθμιση τακτοποιήθηκαν αγοραπωλησίες εκείνης της περιόδου που είχαν προφανή θέματα νομικού και άλλου χαρακτήρα, πολλά από τα οποία απασχολούν την κοινωνία και τους ιστορικούς μέχρι και σήμερα.

-----------

Πηγές :

Αλέξ Τζιόλα: ΟΡΟΣΗΜΑ Πρόσωπα και Γεγονότα στα Γρεβενά και στη Δυτ.Μακεδονία, εκδ. ΖΗΤΗ 2007.

Ευστ. Πελαγίδη : Η αποκατάσταση των προσφύγων στη Δυτ. Μακεδονία 1923-1931.

Β. Κ. Αναστασιάδης : Εισήγηση για τους πρόσφυγες Μ. Ασίας στα Γρεβενά (1993).

Γ. Γκλαβίνας : Οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί 1912-1923

Ε.Μ.Σ. Οι Πρόσφυγες στη Μακεδονία, 2009.

Σοφ. Εταιρίδη : Ιστορία των Ποντίων Ν.Γρεβενών.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις