του Γιώργου Τσίπη, αρχαιολόγου*
Είναι γεγονός ότι οι αμερικανικές δημοσκοπήσεις έπεσαν έξω, σίγουρα ως προς το ποιός θα είναι ο νικητής των εκλογών (οι περισσότεροι έδιναν μικρό προβάδισμα στην... Χάρρις). Και μπορεί φυσικά στην Ελλάδα αυτό να μην μας κάνει καμία εντύπωση, αλλά στο εξωτερικό τα πράγματα είναι διαφορετικά. Διαφαίνεται λοιπόν μια συστηματική προσπάθεια, τα τελευταία χρόνια, να υποβαθμιστεί η πολιτική και κοινωνική επιρροή του Τραμπ και της δυσαρέσκειας πολλών Αμερικανών που αυτός "εκφράζει". Ένα από τα εργαλεία υποβάθμισης είναι και οι δημοσκοπήσεις, που είτε αδιαφορούν, είτε δεν μπορούν να φτάσουν σε όλες τις κοινωνικές ομάδες και να τις αφουγκραστούν. Αποτέλεσμα αυτού είναι, μεταξύ άλλων, το να έχουμε σήμερα μια "μεγάλη" εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία πιθανότατα βασίζεται στην προσπάθεια εξόντωσής του και περιθωριοποίησης των ψηφοφόρων του (τους βγήκε μπούμερανγκ με άλλα λόγια). Δηλώνω καθαρά πως δεν υποστηρίζω τον Τραμπ και την πολιτική του.
Ωστόσο ο Τραμπ, η πολιτική του και οι υποστηρικτές της είναι μέρος μιας πραγματικότητας. Και η πραγματικότητα αυτή, προφανώς, έχει πολλές πλευρές. Μια από αυτές είναι και η κοινωνική απομόνωση πολλών Αμερικανών, η οποία τους οδηγεί απέναντι από το σύστημα, δηλαδή σε ακραίες θέσεις. Τις θέσεις αυτές, συνήθως, τις διατυπώνουν μορφώματα σαν του Τραμπ, όχι από ενδιαφέρον για την αγανάκτηση των πολιτών, αλλά για δικό τους πολιτικό όφελος. Το 2020, όταν ο Τραμπ έφευγε από την εξουσία, η Αμερική είχε ήδη διολισθήσει στον "τραμπισμό". Η κοινωνία ήταν διχασμένη και τα γεγονότα του 2021, στο Καπιτώλιο, επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες. Πιθανότατα υπήρξε νοθεία στις εκλογές του 2020, ωστόσο αυτό δεν δικαιολογεί, θεσμικά, το είδος της αντίδρασης των ψηφοφόρων και υποστηρικτών της πολιτικής του (και το οποίο κόστισε σε ανθρώπινες ζωές και περαιτέρω υποτίμηση του αξιακού πλαισίου, συμπεριλαμβανομένων των θεσμών).
Το θέμα τώρα είναι ότι, συνήθως, έτσι και σήμερα, οι πολιτικοί του είδους αυτού θα επιδιώξουν να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα που ανταποκρίνεται στην αγανάκτηση των εκλογέων τους, αλλά -προσοχή- δεν διορθώνει το πρόβλημα. Αν το διόρθωνε, δεν θα είχαν τα προνόμια και την πολιτική επιβίωση που έχουν (και που τους επιτρέπει να επανέρχονται κάθε τόσο, καλή ώρα). Σε ένα υγιές σύστημα, ο Τραμπ και η ομάδα του θα δούλευαν στο τσίρκο. Συνεπώς, ο Τραμπ θα επιδιώξει να κατευνάσει τα πλήθη, δια της ενοχοποίησης συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, πολιτικών απόψεων και επιλογών. Το ίδιο, σε άλλο πλαίσιο, έκανε και ο ΣΥΡΙΖΑ. Δαιμονοποίησε πρώτα τα μνημόνια, αλλά τα εφάρμοσε και τα δικαιολόγησε πλήρως, όταν ήρθε στην εξουσία. Σήμερα, ο Τραμπ εργαλειοποιεί στο έπακρο το μεταναστευτικό ζήτημα, ένα οξύ, διαχρονικό και παγκόσμιο φαινόμενο, για να "εξηγήσει" την κακή οικονομική κατάσταση της χώρας του. Το δεδομένο εδώ είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε δεινή οικονομική θέση. Η θέση αυτή γεννάει ανέχεια, κοινωνική περιθωριοποίηση και πολιτικές ακρότητες. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, και αυτό λένε και τα δεδομένα άλλωστε, οι Ρεπουμπλικανοί του Τραμπ απέσπασαν την εμπιστοσύνη των μη προνομιούχων (μέσα σε αυτούς και πολλοί μετανάστες- και αν δεν είναι ειρωνεία, μάλλον είναι ανοησία).
Γι' αυτούς, τους μη προνομιούχους, ο Τραμπ ετοιμάζεται να επενδύσει στην κατασκευή ενός τείχους, στα σύνορα με το Μεξικό, ώστε να τους κάνει να νιώσουν προνομιούχοι. Αυτοί που κατάφεραν μέχρι σήμερα να περάσουν τα σύνορα, εξαθλιωμένοι και σε αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης, έγιναν οι καλύτεροι χορηγοί ενός μισαλλόδοξου, αλλοπρόσαλλου και πάμπλουτου πολιτικού άνδρα. Παγιδευμένοι στην ρητορική του μίσους για τον ξένο, τον φτωχό, τον περιθωριοποιημένο, δηλαδή για τον ίδιο τους τον εαυτό, επιχειρούν να ξεφύγουν απ' αυτόν τον κύκλο, υιοθετώντας τις ίδιες θέσεις που κάποιοι άλλοι, κάποτε, χρησιμοποίησαν εναντίον τους (η συνταγή είναι δοκιμασμένη άλλωστε). Δυστυχώς, οι Δημοκρατικοί συνέχισαν επίσης να χρηματοδοτούν το τείχος στα σύνορα με το Μεξικό, από το 2020 και μετά, αλλά και να αναφέρονται στην μετανάστευση ως "πρόβλημα" (κλείνοντας το μάτι σε όσους την βλέπουν ως πρόβλημα εθνικής ασφαλείας, παρά ως ανθρωπιστική τραγωδία). Η συζήτηση περί νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης αποφεύγει την ουσιώδη ανάλυση των αιτιών του φαινομένου, που είναι κυρίως η φτώχεια των χωρών από τις οποίες προέρχονται οι μετανάστες (είτε νόμιμοι, είτε παράνομοι)- φτώχεια για την οποία ο δυτικός κόσμος έχει τεράστιο μερίδιο ευθύνης.
Η Αμερική βρίσκεται παγιδευμένη σε έναν φαύλο κύκλο. Εφαρμόζει θανατική ποινή και σκοτώνει τους πολίτες της, αντί να τους εκπαιδεύει και να τους σωφρονίζει. Τους δίνει όπλα για να λύνουν μόνοι τους τις διαφορές τους, μεταξύ τους, αντί να τους προστατεύσει η ίδια. Δεν θέλει μια αστυνομία στελεχωμένη με υψηλού επιπέδου προσωπικό. Δεν καλλιεργεί την νομική παιδεία, αλλά εφαρμόζει τον πιο σκληρό νόμο, στα πιο αδύναμα μέλη της. Μας θυμίζει κάτι αυτό; Φυσικά. Την χώρα μας και τους πολιτικούς της. Εμάς μάς ξεσπιτώνουν και αυτοί αυτοεπιβραβεύονται. Εμείς χρωστάμε δέκα. Αυτοί χρωστάνε χίλια. Αν πιστεύει κανείς ότι ο Τραμπ θα τα βάλει με τους ισχυρούς (δηλαδή με τους χορηγούς του), τον περιμένω να μας το αποδείξει, με επιχειρήματα, στο τέλος της θητείας του. Το σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα επιβάλει νέους εμπορικούς δασμούς, οπωσδήποτε στις συναλλαγές της χώρας του με την Γερμανία, η οποία βρίσκεται ήδη σε βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση. Αυτό σημαίνει μείωση των γερμανικών εξαγωγών, πτώση των κερδών για τις γερμανικές εταιρείες και απώλεια θέσεων εργασίας για χιλιάδες Γερμανούς. Επιπλέον, ο Τραμπ έχει δηλώσει καθαρά την υποστήριξή του προς το Ισραήλ και τον Νετανιάχου προσωπικά, για όσους πιστεύουν ότι επιθυμεί την επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος (προφανώς θα επιδιώξει να επιτύχει έναν προσωρινό, επί της θητείας του και μόνο, τερματισμό των εχθροπραξιών). Οι Αμερικανοί όμως είναι υπέρ της διαρκούς ειρήνης, και αυτό επιβεβαιώνεται από πολλά στοιχεία (υψηλή αποχή από τις εκλογές, ήττα Δημοκρατικών, ενίσχυση των ποσοστών της Jill Stein, μαζικές αντιπολεμικές διαδηλώσεις φοιτητών στα πανεπιστήμια της χώρας).
Όσο για τους Δημοκρατικούς, η ήττα τους ήταν κάτι περισσότερο από αναμενόμενη, παρά τις προσπάθειες του συστήματος να τους διατηρήσει στην εξουσία και παρά την μερική προσήλωσή τους σε πολιτικές που υπηρετούν το κοινωνικό σύνολο, μεταξύ αυτών και η ακλόνητη πεποίθησή τους για ενίσχυση του θεσμού-ορόσημο για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (ACA), που εισήγαγε η κυβέρνηση Ομπάμα, και τον οποίο ο Τραμπ προσπάθησε πολλάκις στο παρελθόν να καταργήσει. Έκαναν όμως λάθος με το να κατεβάσουν στην μάχη μιας δεύτερης θητείας τον Μπάιντεν, για να τον μαζέψουν στην συνέχεια άρον άρον, και με τα χίλια ζόρια να επιβάλουν στο κόμμα, αν και πολύ αργά, την υποψηφιότητα της Χάρρις. Κατάφεραν να περάσουν, με μεγάλη επιτυχία, το μήνυμα της διάσπασης. Η Χάρρις έπρεπε να κατέβει, εξαρχής, ως η μοναδική υποψήφια πρόεδρος, από πλευράς Δημοκρατικών (μετά το χρίσμα φυσικά). Μπορεί και πάλι να έχανε, αλλά δεν θα είχε αυτές τις απώλειες (έχασαν πάνω από 10 εκατομμύρια ψηφοφόρους, σε σχέση με τις εκλογές του 2020). Η μεγάλη ήττα των Δημοκρατικών δείχνει ότι η κοινωνική πλατφόρμα στην οποία απευθύνονται βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Θα πρέπει να επιλέξουν αν θα βελτιώσουν τις πολιτικές θέσεις τους και την εσωτερική δομή του κόμματος, ή αν θα πέσουν σε ένα πολιτικό τέλμα, με αβέβαιη έκβαση. Τα ποσοστά μιλάνε από μόνα τους. Ο Τραμπ κέρδισε χάρις στις απώλειες των Δημοκρατικών. Αν και η καταμέτρηση συνεχίζεται ακόμη, φαίνεται ότι δεν κατάφερε να πείσει περισσότερους εκλογείς, σε σχέση με το 2020. Κέρδισε βέβαια την εκλεκτορική ψήφο, που όμως θεωρείται ένα αρκετά αμφιλεγόμενο σύστημα εκλογής προέδρου και αντιπροέδρου. Το 2016, οι εκλέκτορες τον εξέλεξαν πρόεδρο, αν και η Κλίντον είχε λάβει περίπου 3 εκατομμύρια παραπάνω ψήφους από τους πολίτες. Ένα καθολικό συμπέρασμα που βγαίνει, από τις εκλογές στις ΗΠΑ, είναι ότι σε περιόδους κρίσης οι κοινωνίες συντηρητικοποιούνται.
*O κ. Γ. Τσίπης έχει διατελέσει αιρετός τοπικός σύμβουλος νέων (ΤΟ.ΣΥ.Ν.) του πρώην δήμου Αντιγονιδών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου