ΣΙΝΕ

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Μεγάλοι Ελληνες καλλιτέχνες που εθίστηκαν στην ηρωίνη

«Πρέζες υπάρχουν πολλές, δεν είναι μόνο η ηρωίνη. Αλλά η ηρωίνη σκοτώνει, αυτή είναι η μόνη διαφορά»! Ο εθισμένος στα ναρκωτικά...
Παύλος Σιδηρόπουλος θέλησε με τα παραπάνω λόγια να δείξει πως δεν είναι μόνο τα ναρκωτικά που σε «ανεβάζουν».

Υπάρχουν πολλά άλλα πράγματα που μπορεί να λειτουργήσουν με τον τρόπο αυτό, χωρίς να σε σκοτώνουν στο τέλος.

Βέβαια, ούτε ο ίδιος ο «πρίγκηπας» του ελληνικού ροκ, μπόρεσε να ξεφύγει από τον δρόμο που ο ίδιος χάραξε. Ήξερε, όπως οι περισσότεροι τοξικομανείς, πως το τέλος του είναι προδιαγεγραμμένο. Απόλυτα αυτοκαταστροφικός, ωστόσο, συνέχιζε να βαδίζει έναν δρόμο χωρίς επιστροφή.

Ο κοινωνικός αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση που βιώνουν τα εξαρτημένα άτομα ανεξαρτήτως αναγνωρισιμοτητας ή μη, τους οδηγούν στο τελικό τους ταξίδι στον κόσμο των ναρκωτικών.

Τα βήματα που έχει διανύσει η κοινωνία για την επανένταξη, τη στήριξη και την απεξάρτηση των ασθενών από ουσίες, είναι ακόμα σε βρεφικό στάδιο. Η τοξικομανία, άλλωστε, παραμένει ακόμα και το 2016 ταμπού στην ελληνική κοινωνία, η οποία αρκείται στο να αποστρέφει το βλέμμα από την εικόνα του προβλήματος ή αναλώνεται στο να το κρύβει κάτω από χαλί.


Ο ασυμβίβαστος Παύλος, το ροκ και η ηρωίνη

Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1948 στην Αθήνα. Ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της ποιήτριας Έλλης Αλεξίου. Συνεργάστηκε με σπουδαίους δημιουργούς, όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος, έβγαλε μερικά από τα σπουδαιότερα ελληνικά ροκ τραγούδια ενώ η μουσική του επηρέασε δεκάδες μουσικούς στα χρόνια που ακολούθησαν.

Το μοιραίο για τον Παύλο «ραντεβού» με την μοίρα του, δόθηκε το φθινόπωρο του 1979. Ήταν 31 ετών όταν ξεκίνησε η σχέση του με την ηρωίνη. Όπως ο ίδιος είχε πει σε κοντινούς του ανθρώπους πίστευε ότι θα μπορούσε να την ελέγξει και να ξεμπλέξει εύκολα όποτε εκείνος ήθελε.

Το λάθος του αυτό, ωστόσο, το έκανε στίχους μερικά χρόνια αργότερα όταν έγραψε το τραγούδι «ηρωίνη»:

Του εγώ μου φίλε τα όσα στεγανά
διαλύθηκαν σε κάποια μαύρη φλέβα
σ’ ένα μονόδρομο αγωνίας αλήθεια και ψευτιά
το ίδιο πρόσωπο σκοτάδι με τη μέρα

Παραμονεύει στη σκιά, με μια καρδιά και μια παντιέρια
είν’ η ηρωίνη φίλε και ίσως να ξεχαστείς
μας λες πως την ελέγχεις
πως ξέρεις τι ζητάς και το γιατί

Όταν και ο ίδιος κατάλαβε το αδιέξοδο στο οποίο είχε περιέλθει προσπάθησε να σωθεί αλλά, όπως αποδείχθηκε ήταν αργά. Έκανε πολλές φορές μόνος του προσπάθειες αποτοξίνωσης αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η «χαριστική βολή» για τον ευαίσθητο ψυχισμό του ήρθε την Άνοιξη του 1990 όταν και πέθανε η πολυαγαπημένη του μητέρα.

Λίγους μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 6 Δεκεμβρίου του 1990, ανήμερα του Αγίου Νικολάου, πήρε την μοιραία δόση. Έκανε χρήση ηρωίνης στο σπίτι μιας γνωστής του στο Νέο Κόσμο. Έπεσε σε κώμα και άφησε την τελευταία του πνοή κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός».

Η Κατερίνα της μεγάλης οθόνης και η ποιήτρια των Εξαρχείων

Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε την 1η Ιουνίου 1940 στην Αθήνα. Στα 12 της χρόνια πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Ο Άλλος», δίπλα στον Γιώργο Παππά.

Η Γώγου έγινε διάσημη τη δεκαετία του ’60 παίζοντας δεύτερους ρόλους στις ταινίες «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Νόμος 4.000» (1962), «Δεσποινίς Διευθυντής» (1964), «Γάμος αλά ελληνικά» (1964), «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα» (1965), «Μια τρελή- τρελή οικογένεια» (1965).

Η Γώγου, όμως, ήταν ανήσυχο πνεύμα και παράλληλα είχε τους δικούς της δαίμονες να παλέψει. Ακριβώς, όπως, και ο Σιδηρόπουλος. Η μεταπολίτευση την βρίσκει έντονα πολιτικοποιημένη με δράσεις στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά αλλά και στον αναρχικό χώρο.

Η Γώγου παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Παύλο Τάσιο με τον οποίο απέκτησε, το 1967, την κόρη της Μύρτω (που έφυγε από την ζωή τον Σεπτέμβριου του 2015). Η «Μυρτιούλα», όπως την έλεγε η Κατερίνα, έμπλεξε με τα ναρκωτικά. Η μητέρα της προσπάθησε να την ξεμπλέξει αλλά τελικά χάθηκε και η ίδια στους σκοτεινούς και πολυδαίδαλους διαδρόμους των ναρκωτικών.

Η Γώγου έβλεπε το τέλος να έρχεται και μιλούσε για αυτό. «Φεύγω για αλλού», είχε πει λίγες μέρες πριν χάσει τη ζωή της στον φίλο της και ποιητή Γιώργο Χρονά. Και πράγματι αυτό έγινε. Η Κατερίνα Γώγου «έφυγε για αλλού» στις 3 Οκτωβρίου του 1993. Ξεψύχησε στο ασθενοφόρο που την μετέφερε στο «Ιπποκράτειο» της Αθήνας. Στον οργανισμό της βρέθηκαν τεράστιες ποσότητες αλκοόλ και ναρκωτικών χαπιών.

Ο νικητής της ποίησης, ο χαμένος της ζωής

Ο Μήτσος Παπανικολάου γεννήθηκε το 1900 στην Ύδρα. Μαθητής ακόμα ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και εμφανίστηκε στο χώρο των γραμμάτων από τις σελίδες του περιοδικού Διάπλασις των Παίδων με το ψευδώνυμο «Νικητής της Αύριον».

Υπήρξε κυρίως συμβολιστής και αισθητιστής ποιητής με επιρροές από τους Maeterlinck, Verhaaren, Valery, Apollinaire, Baudelaire, Poe, Wilde, Laforgue, Milosz και άλλους, έργα των οποίων μετέφρασε και δημοσίευσε στα περιοδικά της εποχής. Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από την αίσθηση της νοσταλγίας του παρελθόντος και από την τάση φυγής, όπου κυριαρχεί η μεταφυσική αναζήτηση της ερωτικής ηδονής και η αγωνία απέναντι στο θάνατο. Από τους στίχους του απουσιάζει συνειδητά ο συναισθηματισμός. Το ποιητικό του έργο είναι μικρό σε ποσότητα (πρόκειται για συνολικά 50 ποιήματα) αλλά εξαιρετικό σε ποιότητα.

Οι κακουχίες της γερμανικής κατοχής και η κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών τον οδήγησαν στην κατάρρευση. Μετά το 1940 ξεπούλησε την περιουσία του και εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στην Κοκκινιά. Κατέληξε στο τμήμα τοξικομανών του Δημόσιου Ψυχιατρείου και φάνηκε να ξεπερνά τον εθισμό του, ωστόσο υπέκυψε ξανά και πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών τον Οκτώβρη του 1943. Είχε προηγουμένως φτάσει στην απόλυτη εξαθλίωση και κυκλοφορούσε ζητιανεύοντας στους δρόμους της Αθήνας.

Η σταρ της εποχής της «βιντεοκασέτας»

Η Λιζέτα Μαλινδρέτου, γεννήθηκε το 1968. Έγινε γνωστή την δεκαετία του ’80 με την άνθηση της… «βιντεοκασέτας». Η Λιζέτα αν και ποτέ δεν υπήρξε το μεγάλο όνομα, ήταν αναγνωρίσιμη καθώς σχεδόν όλες οι δουλειές που έκανε ήταν πετυχημένες και είχαν εμπορική επιτυχία.

Είχε λάβει μέρος στις τηλεοπτικές σειρές «Ορκιστείτε παρακαλώ», στο «Τμήμα Ηθών», στον «Χατζημανουήλ» σε ελληνικές ταινίες όπως «Αγάπησα ένα Πόντιο» και «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα Νο2 και Νο3»!

Μετά από εκείνη τη χρυσή εποχή, ήρθε αντιμέτωπη με το αδηφάγο τέρας της ανεργίας και της απόρριψης. Η νέα τάση στη showbiz και ειδικότερα στο χώρο του θεάματος ήθελε ανθρώπους σαν την Μαλινδρέτου στο περιθώριο.

Η ανεργία και τα ψυχολογικά προβλήματα την οδήγησαν στον κόσμο των ναρκωτικών και αυτά στο θάνατο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της έμενε μόνιμα στην Κρήτη αντιμετωπίζοντας μεγάλα προβλήματα. Ένα από τα ελάχιστα άτομα που στάθηκαν στο πλευρό της, ήταν η γνωστή ηθοποιός, Καίτη Φίνου. Η Λιζέτα Μαλινδρέτου πέθανε, από υπερβολική δόση ναρκωτικών, το 2006 σε ηλικία μόλις 38 ετών.

Ο ρεμπέτης που έκανε την πρέζα τραγούδι

Όταν ο μεγάλος Μάρκος Βαμβακάρης λέει για εσένα πως είσαι «ένας άγγελος πεταμένος στα σκουπίδια», εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς το πόσο σπουδαίου ταλέντο ήταν ο Ανέστος Δελιάς. Το πραγματικό όνομά του ήταν Αναστάσιος Δέλιος και γεννήθηκε το 1912 στη Σμύρνη. Από εκεί ήρθε με την οικογένεια του το 1920 και εγκαταστάθηκε στην Δραπετσώνα.

Από τους κορυφαίους προπολεμικούς ρεμπέτες, γνωστός και ως Ανεστάκι ή Αρτέμης, έπιασε για πρώτη φορά μπουζούκι το 1930 και τέσσερα χρόνια αργότερα μαζί με τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Στράτο Παγιουμτζή και τον Γιώργο Μπάτη δημιούργησαν την πρώτη επίσημη ρεμπέτικη κομπανία στην Ελλάδα, την «τετράς τη ξακουστή του Πειραιώς»!

Ανάμεσα στα πρώτα τραγούδια που έγραψε ο Ανέστος ήταν και «ο πόνος του πρεζάκια», ένα τραγούδι προφητικό για τον ίδιο. Το 1935 έγραψε το δημοφιλέστατο ακόμα και σήμερα τσιφτετέλι «Μέσα στης Πόλης το χαμάμ»! Δεν ηχογράφησε πολλά τραγούδια, διότι αρνήθηκε να «συμμορφωθεί» με την λογοκρισία που είχε επιβάλει η δικτατορία του Μεταξά.
Η «τετράς η ξακουστή του Πειραιώς» στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Ανέστος Δελιάς (όρθιος δεξιά), Γιώργος Μπάτης (καθιστός δεξιά), Μάρκος Βαμβακάρης (όρθιος αριστερά) και Στράτος Παγιουμτζής (καθιστός αριστερά)

Ο Ανέστος ήταν και αυτός ένας άνθρωπος ευαίσθητος που πάλευε με τους προσωπικούς του δαίμονες. Παρασύρθηκε στα ναρκωτικά από μια φιλενάδα που είχε, την Κούλα, γυναίκα από τις κακόφημες συνοικίες των Βούρλων, με το ψευδώνυμο «Σκουλαρικού»! Οι φίλοι του έλεγαν πως αυτή τον μύησε στον κόσμο της ηρωίνης. Παρά τις επίμονες προσπάθειες τους, ο Ανέστος είχε πάρει και αυτός τον μοναχικό δρόμο απ’ όπου δύσκολα καταφέρνει κάποιος να επιστρέψει. Το 1938 εξορίστηκε στη Νιο ως τοξικομανής.

Το τέλος ήρθε στις 31 Ιουλίου του 1944. Λίγο πριν το τέλος της Γερμανικής κατοχής βρέθηκε νεκρός στο Βαρβάκειο, μετά από υπερβολική δόση ηρωίνης . Το άψυχο κορμί του εντοπίστηκε μέσα σ’ ένα καροτσάκι ενώ στα χέρια κρατούσε το μπουζούκι του που δεν το αποχωριζόταν ποτέ.

Οι ειδικοί λένε πως υπάρχουν πολλοί λόγοι για να «πέσει» κάποιος στα ναρκωτικά. Προσωπικά προβλήματα, οικονομικά προβλήματα, συναισθηματικά προβλήματα και πολλά άλλα. Κυρίως, όμως, έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους εξαιρετικά ευαίσθητους όσο και αυτοκαταστροφικούς.

Όλα τα παραπάνω δεν κάνουν διακρίσεις ανάμεσα σε διάσημους και… κοινούς θνητούς. Και οι ιστορίες αυτών των πέντε διάσημων αλλά και τραγικών προσώπων, το επιβεβαιώνουν με τον πλέον γλαφυρό τρόπο.

newsbeast

Δεν υπάρχουν σχόλια: